Πέμπτη 23 Οκτωβρίου 2014

Α Π Ο Σ Π Α Σ Μ Α 5 [22.] Το δάκρυ της Φεγγαροντυµένης και ο γλυκύτατος ήχος

και για αύριο..
Α Π Ο Σ Π Α Σ Μ Α 5 [22.] Το δάκρυ της Φεγγαροντυµένης
και ο γλυκύτατος ήχος

ΠΡΩΤΗ ΕΝΟΤΗΤΑ : Το δάκρυ της φεγγαροντυµένης και η εξαφάνισή της (στ. 1-4)
Το χαµόγελο και το δάκρυ (Η απάντηση της φεγγαροντυµένης) :

Το χαµόγελο και το δάκρυ της φεγγαροντυµένης είναι η απάντησή της στην εξοµολόγηση του Κρητικού και στη σιωπηλή έκκληση που της απηύθυνε.
Το χαµόγελο
• κατ’ αρχάς λειτουργεί κατευναστικά για την ταραγµένη ψυχή του ήρωα
• ερµηνεύεται από τον Κρητικό ως θετική απάντηση της θεάς στην έκκληση βοήθειας που της απευθύνει και ως υπόσχεση για αίσια έκβαση των προσπαθειών του.
• Ωστόσο, πρέπει µάλλον να θεωρήσουµε ότι η δικαίωση και η γαλήνη που υπόσχεται η θεά στον Κρητικό θα έλθει στην «άλλη» ζωή.
Το δάκρυ της φεγγαροντυµένης δηλώνει:
• τη συγκίνηση που της προκάλεσε η θλιβερή του ιστορία
• τη συµπόνια που νιώθει η θεά (α) για όσα πέρασε ο Κρητικός αλλά και (β) για όσα πρόκειται να περάσει (θάνατος της κοπέλας, δυστυχισµένος µετέπειτα βίος).
Η οµοιότητα φεγγαροντυµένης - κορασιάς
Η οµοιότητα της φεγγαροντυµένης µε την «κορασιά»
• αποτελεί αναµφισβήτητα έκφραση των συναισθηµάτων οικειότητας και αγάπης που γέννησε στην ψυχή του ήρωα η οπτασία
• αποτελεί επίσης βασικό τεκµήριο στην προσπάθεια κάποιων ερευνητών να αποδείξουν ότι η φεγγαροντυµένη είναι η ψυχή της αρραβωνιαστικιάς.

Εχάθη, αλιά µου!
Στο σηµείο αυτό η φεγγαροντυµένη εξαφανίζεται ξαφνικά, όπως ακριβώς εµφανίστηκε. Η εξαφάνισή της προκαλεί συναισθήµατα πόνου στον ήρωα (όπως αποκαλύπτει το σχετλιαστικό επιφώνηµα που χρησιµοποιεί).

Η απτική επαφή
Η επαφή του Κρητικού µε τη φεγγαροντυµένη περνά εδώ από το οπτικό στο απτικό στάδιο: το δάκρυ της σταλάζει πάνω στο «σηκωτό» χέρι του ήρωα. Η απτική αυτή επαφή –όπως συνέβη παραπάνω (Απ.4, στ.12-36) και µε την οπτική– θα προκαλέσει µια σειρά αναχρονιών (Απ.5, στ.5-20). ∆εν είναι τυχαίο ότι στις αναχρονίες αυτές κεντρικό µοτίβο είναι το χέρι, ένα «όργανο» κατ’ εξοχήν απτικό.
Εκφραστικά Μέσα
Εικόνες: (α) η φεγγαροντυµένη που χαµογελά και δακρύζει (1-2) (β) ο Κρητικός µεσοπέλαγα µε σηκωµένο χέρι (4)
Επιφώνηµα (+θαυµαστικό): «αλιά µου!»
Μεταφορές: «γλυκά»
Αντίθεση: «γλυκά - πόνο»
Παροµοίωση: «κι εµοιάζαν της καλής µου»
Επανάληψη: «εδάκρυσαν - δάκρυου»

∆ΕΥΤΕΡΗ ΕΝΟΤΗΤΑ : Οι επιδράσεις του δακρύου της φεγγαροντυµένης (στ. 5-14) [ α φ η γ η µ α τ ι κ ό π α ρ ό ν ]
Αλλαγή Ήθους (Πρώτη Επίδραση)
'' Εγώ από κείνη τη στιγµή δεν έχω πλια το χέρι, Π’ αγνάντευεν
Αγαρηνό κι εγύρευε µαχαίρι· Χαρά δεν του ‘ναι ο πόλεµος· τ’ απλώνω του διαβάτη Ψωµοζητώντας, κι έρχεται µε δακρυσµένο µάτι·''

Μετά την επαφή µε το δάκρυ της φεγγαροντυµένης, το χέρι του Κρητικού «χάνει όχι µόνο την πολεµική αλλά και τη βιοποριστική αγωνιστικότητά του και µετατρέπεται σε χέρι ζητιάνου»
1. Αυτό αποτελεί αναµφισβήτητα µια ριζική αλλαγή στο ήθος του ήρωα.
• Οι περισσότεροι µελετητές αξιολογούν την αλλαγή αυτή ως «ξεπεσµό» και «εκφυλισµό».
• Ωστόσο υπάρχουν και κάποιοι άλλοι που βλέπουν τη µεταστροφή του Κρητικού ως «ηθική ολοκλήρωση»: Θεωρούν ότι µετά τη µεταφυσική εµπειρία «ο ήρωας … χάνει το επιθετικό του ήθος και η ύπαρξή του παίρνει µια στάση ένδειας που ζητά την πλήρωσή της µέσα στην αγάπη του άλλου»

2. ∆εν έχουµε συνεπώς ένα πέρασµα από τη δράση και την αξιοπρέπεια στην αδράνεια και την αναξιοπρέπεια, αλλά µια µετάβαση από την ηθική του µίσους στην ηθική της αγάπης.

Τυραννικοί Εφιάλτες και Λύτρωση (∆εύτερη Επίδραση)

''Κι όταν χορτάτα δυστυχιά τα µάτια µου ζαλεύουν Αργά, κι ονείρατα σκληρά την ξαναζωντανεύουν, Και µέσα στ’ άγριο πέλαγο τ' αστροπελέκι σκάει, Κι η θάλασσα να καταπιή την κόρη αναζητάει, Ξυπνώ φρενίτης, κάθοµαι, κι ο νους µου κινδυνεύει, Και βάνω την παλάµη µου, κι αµέσως γαληνεύει.''

- Καθώς ο αφηγητής χάνει την οπτική επαφή µε τον έξω κόσµο (…όταν χορτάτα δυστυχιά τα µάτια του ζαλεύουν…), καταβυθίζεται πλέον στον εσωτερικό του κόσµο (όπως συνέβη και στο απόσπασµα 4.21-36). Η καταβύθιση αυτή γίνεται µέσω του ονείρου και επαναφέρει τον ήρωα στο χρόνο του ναυαγίου: εκεί ξανασυναντά τη φεγγαροντυµένη αλλά και ξαναζεί το σκληρό αγώνα µε τις άλογες φυσικές δυνάµεις για τη σωτηρία της κορασιάς. Το παρελθόν επιστρέφει δηλαδή στο παρόν ως επαναλαµβανόµενος εφιάλτης. Ο εφιάλτης αυτός φαίνεται να απειλεί τη νοητική του κατάσταση και να τον φέρνει στα όρια της τρέλας («Ξυπνώ φρενίτης, κάθοµαι, κι ο νους µου κινδυνεύει»). Από την οριακή τούτη πνευµατική κατάσταση τον λυτρώνει το χέρι του, το χέρι εκείνο που «ευλογήθηκε» από το θεϊκό δάκρυ της φεγγαροντυµένης.


Εκφραστικά Μέσα
Εικόνες: (α) ο ήρωας µε το µαχαίρι
(β) ο ζητιάνος που απλώνει το χέρι προς τον δακρυσµένο διαβάτη (β) το άγριο #έλαγος, το αστροπελέκι και οι δύο ναυαγοί (11-12)
(γ) ο ταραγµένος Κρητικός µε την παλάµη στο µέτωπο (13-14)
Αντίθεση: Οι εικόνες (α) και (β) µεταξύ τους
Άρση-Θέση: ΑΡΣΗ: «δεν έχω πλια το χέρι… Χαρά δεν του ‘ναι ο πόλεµος» ΘΕΣΗ: «τ’ απλώνω του διαβάτη»
Προσωπ/ση: «αγνάντευεν … εγύρευε … χαρά δεν του ’ναι» (χέρι) «χορτάτα» (µάτια) «να καταπιεί» (θάλασσα)
Μεταφορά: «χορτάτα δυστυχιά», «σκληρά», «την ξαναζωντανεύουν»,

1 Ελένη Τσαντσάνογλου, Η "ταυτότητα" της Φεγγαροντυµένης στον "Κρητικό" του Σολωµού..., από τον τόµο Μνήµη Λίνου Πολίτη, Αριστοτέλειο Πανεπιστήµιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη, 1988, σ.182
2 Ερατοσθένης Καψωµένος, Καλή ‘ναι η µαύρη πέτρα σου… Αθήνα, εκδ. Εστία, 1992, σ.82

ΤΡΙΤΗ ΕΝΟΤΗΤΑ : Οι επιδράσεις του δακρύου της φεγγαροντυµένης (στ. 15-22) [ χ ρ ό ν ο ς ι σ τ ο ρ ί α ς κ α ι π ρ ο ϊ σ τ ο ρ ί α ς ]
Αλλαγές στο χρόνο και στην ατµόσφαιρα
''Τα κύµατα έσχιζα µ’ αυτό, τ’ άγρια και µυρωδάτα, Εδώ από το χρόνο της αφήγησης επιστρέφουµε στο χρόνο της ιστορίας και από τη γαλήνη επιστρέφουµε εκ νέου στην τρικυµία («Τα κύµατα … τ’ άγρια»). Το νερό της θάλασσας, ωστόσο, µοιάζει να κρατά κάτι από την προηγούµενη µαγευτική οµορφιά του («κύµατα… µυρωδάτα»).
Αύξηση σωµατικής δύναµης (Τρίτη Επίδραση)
''Τα κύµατα έσχιζα µ’ αυτό, τ’ άγρια και µυρωδάτα, Με δύναµη πού δεν είχα µήτε στα πρώτα νιάτα… Το δάκρυ της φεγγαροντυµένης που στάλαξε στο σηκωµένο χέρι του Κρητικού είχε – πέρα από τις µακροπρόθεσµες επιδράσεις– και µια πιο άµεση επίδραση πάνω του: αύξησε τη σωµατική του δύναµη. Η ανανεωµένη δύναµη των χεριών του τον οδηγεί συνειρµικά στους αγώνες που έδωσε στην Κρήτη κατά τη διάρκεια της Επανάστασης (Αναδροµή).
Αναδροµή στο αγωνιστικό παρελθόν του ήρωα
''……………………………..µήτε στα πρώτα νιάτα, Μήτε όταν εκροτούσαµε, πετώντας τα θηκάρια, Μάχη στενή µε τους πολλούς ολίγα παλληκάρια, Μήτε όταν τον µποµπο - Ίσούφ και τς άλλους δύο βαρούσα. Σύρριζα στη Λαβύρινθο π’ αλαίµαργα πατούσα.''
Η αναφορά του αφηγητή στο ηρωικό παρελθόν του στην Κρήτη και στα πολεµικά του κατορθώµατα έχει ως στόχο να δείξει το µέγεθος της δύναµης που ένιωσε να τον κυριεύει. Η ένταση της δύναµης δίνεται µε την τριπλή σύγκριση και την τριπλή επανάληψη του «µήτε». Οι πολεµικές εικόνες που ενσωµατώνονται στην αναδροµή αυτή:
(α) αναδεικνύουν το πολεµικό ήθος του ήρωα και τη γενναιότητά του
(β) επαναφέρουν τα θέµατα της αγωνιστικότητας και της πατρίδας
(γ) αναδεικνύουν το ιστορικό υπόβαθρο του ποιήµατος, αφού αναφέρονται σε συγκεκριµένο ιστορικό γεγονός (κατάληψη της Λαβυρίνθου)
(δ) επικοινωνούν υπόγεια µε τα κλασικά κείµενα (βλ. σχολικό βιβλίο: σελ.24, σχόλιο 49).

Επιστροφή στο χρόνο της ιστορίας
''Στο πλέξιµο το δυνατό ο χτύπος της καρδιάς µου (Κι αυτό µου τ’ αυξαιν’) έκρουζε στην πλεύρα της κυράς µου.''
Ο αφηγητής µετά τη σύντοµη αναδροµή (στ.16-20) επιστρέφει και πάλι στον επεισοδιακό χρόνο (στ.15). Εδώ όµως στην εικόνα του Κρητικού προστίθεται και η «κορασιά». Ο ήρωας την κρατά στην αγκαλιά του και κολυµπά, η καρδιά του χτυπά έντονα από την υπερπροσπάθεια και νοµίζει ότι το καρδιοχτύπι που νιώθει στα πλευρά του είναι το καρδιοχτύπι της κοπέλας. Έτσι, νοµίζοντας ότι είναι ζωντανή, συνεχίζει το µάταιο αγώνα για τη σωτηρία της. Η ασάφεια της φράσης αυτής εντάσσεται µέσα στα πλαίσια του τεχνάσµατος της απόκρυψης, που χρησιµοποιεί ο Σολωµός στον Κρητικό.
Εκφραστικά Μέσα
Εικόνες: (α) ο Κρητικός που «σχίζει» τα άγρια κύµατα (β) οι ολιγάριθµοι Κρήτες πολεµιστές που πετούν τα θηκάρια και µάχονται µε τους πολυάριθµους αντιπάλους τους (β) ο Κρητικός που µάχεται µόνος µε τρείς αντιπάλους (γ) ο Κρητικός που κολυµπά κρατώντας πλάι του την κορασιά
Μεταφορές: «έσχιζα», «άγρια», «µυρωδάτα», «µάχη στενή», «σύρριζα», «αλαίµαργα» Επανάληψη: «µήτε… µήτε… µήτε»
Αντίθεση: «Μάχη στενή µε τους πολλούς ολίγα παλληκάρια»


Ο « Γ Λ Υ Κ Υ Τ Α Τ Ο Σ » Η Χ Ο Σ (23-56) (Ι) Η εµφάνιση του ήχου- Η επίδραση του ήχου στο σώµα του Κρητικού 23-24

(ΙΙ) Αρνητικός προσδιορισµός του ήχου (Τι δεν είναι ο ήχος) :
(α) κορασιάς φωνή
(β) αηδόνι κρητικό
(γ) φιαµπόλι το γλυκό 25-43

(ΙΙΙ) Θετικός προσδιορισµός του ήχου (Τι είναι ο ήχος) 44-50

(ΙV) Η επίδραση του ήχου στην ψυχή του Κρητικού 51-54

(V) Η παύση του ήχου 55-56

ΤΕΤΑΡΤΗ ΕΝΟΤΗΤΑ : Ο «γλυκύτατος» ήχος (Ι) (στ. 23-24) Η ΕΠΙ∆ΡΑΣΗ ΤΟΥ ΣΤΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ ΚΡΗΤΙΚΟΥ

Η εµφάνιση του γλυκύτατου ήχου:

Στο σηµείο αυτό ο Κρητικός βιώνει µια δεύτερη µεταφυσική εµπειρία, η οποία διαδέχεται το όραµα της φεγγαροντυµένης: πρόκειται για τη διάχυση ενός µαγευτικού ήχου. Ο ήχος αυτός λειτουργεί, όπως θα δούµε, µε τρόπο που οµοιάζει προς τη λειτουργία της φεγγαροντυµένης:
(α) φέρνει στην επιφάνεια αναµνήσεις από το παρελθόν
(β) οι αναµνήσεις που έρχονται στην επιφάνεια ανασύρουν παρόµοια θέµατα και συναισθήµατα (έρωτας, πόνος, αγάπη για τη φύση, πατριδολατρεία, πόνος σκλαβιάς και ελπίδα ελευθερίας)
(γ) εισάγουν τον Κρητικό σε µια κατάσταση έκστασης και διονυσιασµού, µε όσες συνέπειες –θετικές και αρνητικές– έχει αυτό.
Η επίδραση του ήχου στο σώµα του Κρητικού :
''Αλλά το πλέξιμ’ άργουνε και μου τ’ αποκοιμούσε. Ηχός, γλυκύτατος ηχός, οπού με προβοδούσε.''

Οι παραπάνω στίχοι αναδεικνύουν την φθοροποιό επίδραση του ήχου στην προσπάθεια του Κρητικού να σώσει την «κορασιά»: ο ήχος κάνει πιο αργές και άτονες τις κινήσεις του («το πλέξιμ’ άργουνε»), χαλαρώνοντας την ένταση της προσπάθειάς του («μου τ’ αποκοιμούσε»). Ειδικότερα, η λέξη «αποκοιμούσε» (που εδώ ασφαλώς λειτουργεί µεταφορικά) υποβάλλει την κατάσταση νάρκωσης στην οποία περιήλθε ο Κρητικός, όταν άκουσε τον ήχο.
Εκφραστικά Μέσα
Μεταφορές: «αποκοιµούσε», «γλυκύτατος»
Αναδίπλωση: «Ηχός, γλυκύτατος ηχός»
Προσωποποίηση: «µε προβοδούσε»

ΤΕΤΑΡΤΗ ΕΝΟΤΗΤΑ : Ο «γλυκύτατος» ήχος (ΙΙ) (στ. 25-43)

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΑΠΟΦΑΤΙΚΕΣ ΠΑΡΟΜΟΙΩΣΕΙΣ
Μια πρώτη προσπάθεια προσδιορισµού :
Ο αφηγητής, προσπαθώντας να προσδιορίσει τη χροιά και την οµορφιά του υπερκόσµιου ήχου, τον συγκρίνει µε τρεις φυσικούς ήχους που γνωρίζει. Όταν όµως προσπαθεί κανείς να ορίσει το υπερφυσικό µε φυσικούς όρους, είναι εκ των πραγµάτων καταδικασµένος σε αποτυχία. Έτσι, οι τρεις αποφατικές παροµοιώσεις που χρησιµοποιεί αποτυγχάνουν εντέλει να προσδιορίσουν µε ακρίβεια τον ήχο, αφού κατ’ ουσίαν περιγράφουν όχι τι είναι ο ήχος αυτός, αλλά τι δεν είναι. Με τον τρόπο αυτό δηλώνεται ο ανοίκειος, εξωφυσικός και απροσδιόριστος χαρακτήρας του.

Το ερωτικό τραγούδι της κορασιάς :''Δεν είναι κορασιάς φωνή στα δάση που φουντώνουν, Και βγαίνει τ’ άστρο του βραδιού και τα νερά θολώνουν, Και τον κρυφό της έρωτα της βρύσης τραγουδάει, Του δέντρου και του λουλουδιού πού ανοίγει και λυγάει· ''
Η εικόνα, έντονα ειδυλλιακού χαρακτήρα, έχει στοιχεία οπτικά, ακουστικά, οσφρητικά, κινητικά και χαρακτηρίζεται από υποβλητικότητα. Η περιγραφή κινείται από το γενικό («δάση», «άστρο», «νερά») στο ειδικό («της βρύσης», «του δέντρου και του λουλουδιού»). Αξίζει να σηµειωθεί ακόµη ότι η συνοµιλία του ανθρώπου µε τα άψυχα (τον κρυφό της έρωτα της βρύσης τραγουδάει) θεωρείται άµεση επίδραση του δηµοτικού τραγουδιού.
Χρόνος: ∆ειλινό
Τόπος :Ξεκινά µε κέντρο τα δάση και διευρύνεται
Υφή Ήχου :Ερωτικός
Πηγή Ήχου: ανθρώπινη φωνή
Επίδραση Ήχου: -
ΕΚΦΡΑΣΤΙΚΑ ΜΕΣΑ
Εικόνα: στ.25-28 (βλ. παραπάνω)
∆ραµατικός ενεστώτας: «δεν είναι», «φουντώνουν», «βγαίνει» …
Περίφραση: «τ’ άστρο του βραδιού»
Πολυσύνδετο: «και… και… και…»
Χιαστό: βγαίνει τ’ άστρο - τα νερά θολώνουν
Του δέντρου και του λουλουδιού πού ανοίγει και λυγάει
Το κρητικό αηδόνι :
''Δεν είν’ αηδόνι κρητικό, που σέρνει τη λαλιά του Σε ψηλούς βράχους κι άγριους όπ’ έχει τη φωλιά του, Κι αντιβουίζει ολονυχτίς από πολλή γλυκάδα Η θάλασσα πολύ μακριά, πολύ μακριά η πεδιάδα, Ώστε που πρόβαλε η αυγή και έλιωσαν τ’ αστέρια, Κι ακούει κι αυτή και πέφτουν της τα ρόδα από τα χέρια ''
Και αυτές οι ειδυλλιακές εικόνες έχουν στοιχεία οπτικά, ακουστικά, οσφρητικά, κινητικά και χαρακτηρίζονται από υποβλητικότητα. Η περιγραφή κινείται από το κοντινό στο µακρινό. Η εικόνα της προσωποποιηµένης αυγής µε ρόδα στα χέρια ανάγεται στη «ροδοδάκτυλη Ηώ» των οµηρικών επών.
Χρόνος :Νύχτα έως την αυγή
Τόπος: Ξεκινά µε κέντρο τους «ψηλούς βράχους» και διευρύνεται Κρήτη («κρητικό»)
Υφή Ήχου: παρατεταµένος («σέρνει»), γλυκός («γλυκάδα»)
Πηγή Ήχου: αηδόνι
Επίδραση Ήχου: ανταπόκριση φύσης («αντιβουίζει» «πέφτουν της τα ρόδα»)
ΕΚΦΡΑΣΤΙΚΑ ΜΕΣΑ
Εικόνες: το αηδόνι και ο γύρω χώρος η αυγή µε τα ρόδα
∆ραµατικός ενεστώτας: «είν’», «σέρνει», «έχει», «αντιβουίζει» …
Μεταφορά: «σέρνει»,«γλυκάδα»,«έλιωσαν»
Υπερβολή: «αντιβουίζει… η θάλασσα… η πεδιάδα»
Χιαστό: «η θάλασσα πολύ μακριά - πολύ μακριά η πεδιάδα»
Προσωποποίηση: η αυγή

Το γλυκό φιαµπόλι :
''Δεν είν’ φιαμπόλι το γλυκό, οπού τα’ αγρίκαα μόνος Στον Ψηλορείτη όπου συχνά μ’ ετράβουνεν ο πόνος Κι έβλεπα τ’ άστρο τ’ ουρανού μεσουρανίς να λάμπει Και του γελούσαν τα βουνά, τα πέλαγα κι οι κάμποι· Κι ετάραζε τα σπλάχνα μου ελευθερίας ελπίδα Κι' εφώναζα: «ώ θεϊκιά κι όλη αίματα Πατρίδα!» Κι άπλωνα κλαίοντας κατ’ αυτή τα χέρια με καμάρι· Καλή ‘ν’ η μαύρη πέτρα της και το ξερό χορτάρι. ''
Η εικόνα έχει στοιχεία οπτικά και ακουστικά. Σηµείο αναφοράς είναι ο Κρητικός που κάθεται σε µια πλαγιά του Ψηλορείτη και ακούει το σουραύλι. Η περιγραφή ξεκινά από αυτόν και κινείται προς τον ουρανό και αργότερα προς τη γύρω πλάση (σφαιρική σκηνοθεσία). Το φιαµπόλι (σουραύλι) δίνει στην εικόνα ποιµενικό χρώµα και µας παραπέµπει στην κλασικιστική τάση του αρκαδισµού.
Χρόνος: µεσηµέρι
Τόπος: Ψηλορείτης (ως κέντρο µιας σφαίρας)
Υφή Ήχου γλυκός («φιαμπόλι το γλυκό»)
Πηγή Ήχου ποιµενικός αυλός
Επίδραση Ήχου στην ψυχή του ήρωα («πόνος», «ελευθερίας ελπίδα»)

ΕΚΦΡΑΣΤΙΚΑ ΜΕΣΑ
Εικόνες: ο Κρητικός κάπου στον Ψηλορείτη και ο ήχος από το φιαµπόλι που διαχέεται παντού η καταµατωµένη Πατρίδα
∆ραµατικός ενεστώτας: «είν’», «σέρνει», «έχει», «αντιβουίζει» …
Μεταφορά: «φιαμπόλι το γλυκό»,«θεϊκιά…πατρίδα»
Περίφραση: «άστρο τ’ ουρανού»
Συνεκδοχή: «ετάραζε τα σπλάχνα μου» (ήλιος)
Χιαστό: «η θάλασσα πολύ μακριά - πολύ μακριά η πεδιάδα»
Προσωποποίηση: τα βουνά, τα πέλαγα, οι κάμποι η Πατρίδα
Πολυσύνδετο: κι … και… κι… κι… κι…

Το θέµα της πατρίδας και τα συναισθήµατα του Κρητικού
Το «γλυκό φιαµπόλι» φέρνει στην επιφάνεια τον πατριωτισµό του Κρητικού. Ο Κρητικός φαίνεται να νιώθει πόνο για τη δυσβάσταχτη σκλαβιά των Ελλήνων στους Τούρκους. Ο πόνος αυτός είναι –όπως δηλώνει– και ο λόγος που τον οδηγεί συχνά στις πλαγιές του Ψηλορείτη («στον Ψηλορείτη όπου συχνά μ’ ετράβουνεν ο πόνος»). Το φιαµπόλι, που ακούει εκεί, φαίνεται να εγείρει µε ένταση στην ψυχή του την ελπίδα της ελευθερίας («ετάραζε τα σπλάχνα μου ελευθερίας ελπίδα»). Ο Κρητικός ανάγει την πατρίδα σε ιερή αξία («θεϊκιά») και µνηµονεύει µε παραστατικό τρόπο τους αιµατηρούς αγώνες που έδωσαν οι Έλληνες για τη λευτεριά τους («όλη αίματα Πατρίδα!»). Στη συνέχεια, φαίνεται να απλώνει κλαίγοντας τα χέρια του προς την προσωποποιηµένη Πατρίδα («άπλωνα κλαίοντας κατ’ αυτή τα χέρια»). Το κλάµα του δε δηλώνει οίκτο αλλά πατριωτισµό, συγκίνηση και πόνο. Άλλωστε ακόµη και την ώρα που ο πόνος του εντείνεται, η εθνική υπερηφάνεια δεν παύει να εµποτίζει την ψυχή του («με καμάρι»)
«Καλή ‘ν’ η μαύρη πέτρα της και το ξερό χορτάρι»

Το θεµατικό µοτίβο του στίχου αυτού επανέρχεται 31 φορές στα κείµενα του Σολωµού.
Η «μαύρη πέτρα» και το «ξερό χορτάρι» δηλώνουν τη φτώχια της ελληνικής γης (πετρώδες έδαφος, απουσία νερού, φτωχή βλάστηση). Τα χαρακτηριστικά αυτά, ωστόσο, ιδωµένα µέσα από ένα πρίσµα άδολης και αγνής αγάπης προς την πατρική γη, µεταµορφώνονται σε αξίες πολύτιµες. Αυτό ακριβώς υποδηλώνει η χρήση του επιθέτου «καλή». Ο συσχετισµός του στίχου µε την «Καταστροφή των Ψαρών» µας επιτρέπει να υποθέσουµε ότι γίνεται αναφορά στην πυρπόληση και την ερήµωση της ελληνικής γης, που παρουσιάζεται ως αποτέλεσµα των εθνικών αγώνων για ελευθερία.
Κοινά στοιχεία των 3 παροµοιώσεων
• Κινητοποιούν τη µνήµη του ήρωα, αναβιώνοντας εικόνες από το παρελθόν του.
• Οι εικόνες που ανασύρονται από τη µνήµη του ήρωα κινούνται γύρω από κοινούς θεµατικούς άξονες (τόπος, χρόνος, πηγή, υφή, επίδραση).
• Συνδυάζουν οπτικά και ακουστικά στοιχεία.
• Παρουσιάζουν τη φύση στο σύνολό της (επίγεια και ουράνια, άψυχη και έµψυχη, ανθρώπινη και µη ανθρώπινη).
• Το ακουστικό ερέθισµα φαίνεται να επιδρά σε κάθε πτυχή της φύσης.
• Το φυσικό τοπίο είναι ειδυλλιακό.

ΠΕΜΠΤΗ ΕΝΟΤΗΤΑ : Ο «γλυκύτατος» ήχος (ΙΙΙ) (στ. 44-50) Ο (ΘΕΤΙΚΟΣ) ΠΡΟΣ∆ΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΗΧΟΥ
Κάποια χαρακτηριστικά γνωρίσµατα του ήχου:
'' Ίσως δε σώζεται στη γη ήχος που να του μοιάζει Δεν είναι λόγια· ήχος λεπτός ... ... Δεν ήθελε τον ξαναπεί ο αντίλαλος κοντά του. Αν είν’ δεν ήξερα κοντά, αν έρχονται από πέρα· Σαν του Μαϊού τες ευωδιές γιόμιζαν τον αέρα, Γλυκύτατοι, ανεκδιήγητοι ... ... Μόλις είν’ έτσι δυνατός ο Έρωτας και ο Χάρος. ''
Ο αφηγητής εδώ προσπαθεί να ορίσει τον ήχο θετικά: προσπαθεί δηλαδή να προσδιορίσει τι είναι και όχι τι δεν είναι. Τα αποτελέσµατα της προσπάθειας αυτής, ωστόσο, είναι εξίσου αποτυχηµένα, αφού και εδώ η περιγραφή του ήχου παραµένει αόριστη, ασαφής και κατ’ ουσίαν «προβληµατική».

Τα χαρακτηριστικά του ήχου, όπως παρουσιάζονται εδώ, είναι τα εξής:

1. Μοιάζει µε ορισµένους φυσικούς ήχους, χωρίς όµως να ταυτίζεται απόλυτα µε κάποιον απ’ αυτούς, γιατί ξεπερνά τα φυσικά όρια, είναι ήχος υπερφυσικός («λαλούμενο, πουλί, φωνή, δεν είναι να ταιριάζει»).
2. Η ηχητική εντύπωση που αφήνει είναι µοναδική («Ίσως δε σώζεται στη γη ήχος που να του μοιάζει»).
3. ∆εν συνοδεύεται από έναρθρο λόγο ή δεν υπάρχουν λόγια για να τον περιγράψουν («δεν είναι λόγια»). Την εντύπωση του άρρητου και του απροσδιόριστου εντείνει το σχήµα αποσιώπησης (... ...).
4. Είναι λεπτός («ήχος λεπτός»)
5. ∆εν έχει αντίλαλο («Δεν ήθελε τον ξαναπεί ο αντίλαλος κοντά του»), γεγονός που επιβεβαιώνει τον υπερφυσικό του χαρακτήρα.
6. Η απόσταση της πηγής που τον παράγει είναι απροσδιόριστη («Αν είν’ δεν ήξερα κοντά, αν έρχονται από πέρα»).
7. Είναι πλούσιος, διαχέεται παντού και κυριαρχεί απόλυτα στο φυσικό χώρο («σαν του Μαϊού τες ευωδιές γιόμιζαν τον αέρα»).
8. Είναι πολύ ευχάριστος ακουστικά («γλυκύτατοι»).
9. Η λέξη «ανεκδιήγητοι» πέρα από την εντύπωση του απροσδιόριστου, υποβάλλει µε το θρησκευτικό της χρώµα και την αίσθηση του θεϊκού.
10. Οι πληθυντικοί («έρχονται», «γιόμιζαν», «γλυκύτατοι», «ανεκδιήγητοι») δηλώνουν προφανώς ότι ο ήχος αυτός έµοιαζε µε ένα µείγµα πολλών και διαφορετικών ήχων που εκπέµπονταν συγχρόνως από πολλές και διαφορετικές κατευθύνσεις.
11. Έχει µεγάλη επιδραστικότητα και επενεργεί διονυσιακά, βυθίζοντας σε έκσταση αυτόν που τον ακούει. Αυτό υποβάλλει η σύγκριση του ήχου µε τα δυο κατεξοχήν διονυσιακά βιώµατα, τον Έρωτα και το Θάνατο («μόλις είν’ έτσι δυνατός ο Έρωτας και ο Χάρος»).
Εκφραστικά Μέσα
Μεταφορές: «λεπτός», «γιοµίζαν», «γλυκύτατοι»
Επαναφορές: «δεν… δεν…» (45-46) «αν… αν…» (47)
Συναισθησία: Σύγκριση του ήχου µε του Μαϊού τες ευωδιές «γλυκύτατοι» (ήχοι)
Παροµοίωση: «σαν του Μαϊού τες ευωδιές»
Αποσιώπηση: στ.45 και στ.49

ΕΚΤΗ ΕΝΟΤΗΤΑ : Ο «γλυκύτατος» ήχος (ΙV) (στ. 51-54) Η ΕΠΙ∆ΡΑΣΗ ΤΟΥ ΗΧΟΥ ΣΤΗΝ ΨΥΧΗ ΤΟΥ ΚΡΗΤΙΚΟΥ

∆ιονυσιασµός (η επίδραση του ήχου στον Κρητικό) :
''Μ’ άδραχνεν όλη την ψυχή, και να ‘μπει δεν ημπόρει Ο ουρανός, κι η θάλασσα, κι η ακρογιαλιά, κι η κόρη Με άδραχνε, και μ’ έκανε συχνά ν’ αναζητήσω Τη σάρκα μου να χωρισθώ για να τον ακλουθήσω.''
Ως δ ι ο ν υ σ ι α σ µ ό ς ορίζεται η υπέρβαση της ατοµικότητας και των ορίων που αυτή θέτει µέσω της απορρόφησης του ανθρώπινου εγώ από έναν ευρύτερο εξωατοµικό πόλο. Ο Έρωτας και ο Θάνατος, µάλιστα, µε τους οποίους συσχετίστηκε ο ήχος λίγο παραπάνω («Μόλις είν’ έτσι δυνατός ο Έρωτας και ο Χάρος») είναι δυο εκδηλώσεις του διονυσιακού ενστίκτου που ενυπάρχει στον άνθρωπο:
Έρωτας: κυριεύει ολοκληρωτικά την ψυχή του ανθρώπου και του αποσπά την προσοχή από οτιδήποτε δεν ταυτίζεται µε το αντικείµενο του έρωτά του.
Θάνατος: απορροφά τη δύναµη του ανθρώπου για ζωή. Ο τρόπος που περιγράφει ο αφηγητής την επίδραση που άσκησε πάνω του ο ήχος θυµίζει σαφώς ερωτοληψία («Μ’ άδραχνεν όλη την ψυχή, και να ‘μπει δεν ημπόρει / Ο ουρανός, κι η θάλασσα, κι η ακρογιαλιά, κι η κόρη») και πόθο θανάτου («Με άδραχνε, και μ’ έκανε συχνά ν’ αναζητήσω / Τη σάρκα μου να χωρισθώ για να τον ακλουθήσω»).
Πλατωνισµός και Χριστιανισµός («∆υισµός») Με άδραχνε, και μ’ έκανε συχνά ν’ αναζητήσω Τη σάρκα μου να χωρισθώ για να τον ακλουθήσω. Ο δυισµός, η αντίληψη που θέλει τον κόσµο γενικότερα αλλά και τον άνθρωπο ειδικότερα να αποτελείται από δύο υποστάσεις, µια υλική και µια πνευµατική, έχει διαποτίσει τη δυτική κουλτούρα. Η ιδεαλιστική φιλοσοφία, δια του Πλάτωνος και των πνευµατικών του τέκνων, και αργότερα ο Χριστιανισµός προέβαλαν και καθιέρωσαν το δυιστικό τρόπο σκέψης, δίνοντας τον πρωτεύοντα ρόλο στην πνευµατική υπόσταση. Ο Σολωµός, επηρεασµένος από τον ιδεαλισµό αλλά και το χριστιανισµό, υιοθετεί αυτήν την οπτική, η οποία απηχείται σε όλα σχεδόν τα µεγάλα ποιητικά του έργα. Χαρακτηριστικό παράδειγµα είναι και το απόσπασµα 5.53-54 του Κρητικού.
Εκφραστικά Μέσα
Προσωποποίηση: ο ήχος
Μεταφορές: «άδραχνε», «µ#ει»
Επαναφορές: «µ’ άδραχνεν… µε άδραχνε…» (51… 53)
Υπερβολή: όλη την ψυχή
Πολυσύνδετο: «Ο ουρανός, κι η θάλασσα, κι η ακρογιαλιά, κι η κόρη»
ΕΚΤΗ ΕΝΟΤΗΤΑ : Ο «γλυκύτατος» ήχος (V) (στ. 55-56) Η ΠΑΥΣΗ ΤΟΥ ΗΧΟΥ

Η παύση του ήχου και η επάνοδος του χρέους :
''Έπαψε τέλος, κι άδειασεν η φύσις κι η ψυχή μου· Πού εστέναξε κι εγιόμισεν ευθύς οχ την καλή μου·''
Όπως συνέβη και µε τη φεγγαροντυµένη, ο ήχος χάνεται, αφήνοντας µια θλίψη στην ψυχή του Κρητικού («εστέναξε»). Η παύση του ήχου σηµατοδοτεί την απελευθέρωση της φύσης από τη µαγική επίδρασή του και την επιστροφή του ήρωα από τη διονυσιακή έκσταση στην απτή πραγµατικότητα. Η κορασιά , εκδιωγµένη από την ψυχή του Κρητικού για όση ώρα ακουγόταν ο υπερκόσµιος ήχος,επανέρχεται τώρα στο νου του:
Η θεϊκή µαγεία δίνει και πάλι τη θέση της στο ανθρώπινο χρέος.

ΕΒ∆ΟΜΗ ΕΝΟΤΗΤΑ : Το δραµατικό τέλος (στ. 57-58)

Το τέλος: τα συναισθήµατα του Κρητικού :
Και τέλος φθάνω στο γιαλό την αρραβωνιασμένη, την απιθώνω με χαρά, κι ήτανε πεθαμένη.
Το ποίηµα κλείνει µε τρόπο απρόοπτο: ο Κρητικός έχει δεχθεί το µεταφυσικό άγγιγµα, έχει ακούσει την ουράνια αρµονία και η ψυχή του είναι µεστή από ελπίδες. Η άφιξή του στην ακτή τον γεµίζει αγαλλίαση. Ο αγώνας του να σώσει την αγαπηµένη του κορασιά φαίνεται πως έχει στεφθεί µε επιτυχία. Όταν όµως γεµάτος χαρά αφήνει το σώµα της στην ακτή, διαπιστώνει ότι είναι νεκρή. Το ποίηµα τελειώνει εκεί. Τα επόµενα µας είναι γνωστά. Τα συναισθήµατα του Κρητικού δε δηλώνονται. Υπονοούνται εκφραστικά:
(1) Έκπληξη: δηλώνεται µέσα από την αντίθεση «χαρά» – «πεθαμένη». Το πέρασµα από τη χαρά στο πένθος, που συµβαίνει µέσα στον ίδιο στίχο, δηλώνει την αιφνίδια µεταστροφή συναισθηµάτων του ήρωα.
(2) Πόνος: αν και δε δηλώνεται εκ νέου, µπορούµε να τον αντιληφθούµε από αυτά που ήδη γνωρίζουµε για τον Κρητικό. Η σιωπή που ακολουθεί µετά τη λέξη «πεθαµένη» υ πο β ά λ λ ε ι τον άφατο πόνο που ακολουθεί µετά το θάνατο ενός πολυαγαπηµένου προσώπου.
(3) Ηθική ταπείνωση: η σωτηρία της κόρης ήταν για τον Κρητικό το τελευταίο µεγάλο ηθικό χρέος που προσπάθησε να εκπληρώσει (µετά τους αποτυχηµένους αγώνες που έδωσε για την προάσπιση της πατρίδας και της οικογένειάς του). Η νέα αποτυχία του δηλώνει την καθολική ηθική του συντριβή (βλ. το µοτίβο της δοκιµασίας).

Απόκρυψη και κύκλος
• Το τέχνασµα της απόκρυψης είναι µια από τις βασικότερες αφηγηµατικές τεχνικές του ποιήµατος. Ο ποιητής προσπαθεί σε ολόκληρο το ποίηµα να αποκρύψει επιµελώς το θάνατο της κόρης. Ασφαλώς φροντίζει να καλλιεργήσει ένα κλίµα υποψίας γύρω από το θέµα αυτό, χωρίς όµως να αποκαλύψει εµφανώς το γεγονός. Η τελική αποκάλυψη γίνεται στο τέλος του ποιήµατος. για την ακρίβεια, στην τελευταία του λέξη («πεθαμένη»).
• Το σχήµα του κύκλου είναι, κατά τον ∆. Ν. Μαρωνίτη, η έσχατη απόδειξη του ότι ο «Κρητικός» είναι ολοκληρωµένο ποίηµα και όχι απόσπασµα (όπως πίστευε ο πρώτος εκδότης του Σολωµού, Ιάκωβος Πολυλάς). Το ποίηµα αρχίζει και τελειώνει µε την ακρογιαλιά: στην αρχή του ποιήµατος «το ακρογιάλι» είναι ο µακρινός και απρόσιτος στόχος. Στο τέλος του ποιήµατος ο στόχος αυτός κατακτάται («Και τέλος φθάνω στο γιαλό»). Η περιπέτεια του Κρητικού έχει πλέον ολοκληρωθεί...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου