Λογοτεχνία κατεύθυνσης
η παρουσίαση που είδαμε στην τάξη :Ο Κρητικός
Η πλοαρουσίαση που σας έλεγα...και είδαμε στην τάξη
https://www.scribd.com/doc/243226440/%CE%9F-%CE%9A%CE%A1%CE%97%CE%A4%CE%99%CE%9A%CE%9F%CE%A3
Για να την παρακολουθήσετε πατήστε πάνω στο σύνδεσμο!
καλό είναι να διαβάσετε και το συνοδευτικό κείμενο που ήδη έχει ανέβει
Επίσης ενδεικτικές απαντήσεις στις γενικές ερωτήσεις του βιβλίου εδώ.
Να δώσετε προσοχή και στα σχήματα λόγου...σχολιάζεται και η λειτουργία τους
Να
εντοπίσετε στο ποίημα ήχους,
φωτισμούς-χρώματα και ανθρώπινες
φωνές-ομιλίες.
Ο
σημαντικότερος ήχος του ποιήματος είναι
σαφώς ο γλυκύτατος ήχος, που αποτελεί
παράλληλα και μια από τις δοκιμασίες
του ήρωα. Πέρα από αυτόν έχουμε κατά
σειρά: το βρόντημα από τα αστροπελέκια,
τον αναστάσιμο ήχο της Σάλπιγγας, τα
τραγούδια της αρραβωνιαστικιάς, εκ νέου
τον ήχο από τις βροντές, αλλά και από
την ταραγμένη θάλασσα, ο ήχος της καρδιάς
του ήρωα καθώς κολυμπά, ο γλυκύτατος
ήχος, το τραγούδι της ερωτευμένης
κορασιάς, το κελάηδισμα του κρητικού
αηδονιού και το φιαμπόλι (σουραύλι).
Οι
φωτισμοί-χρώματα, γίνονται αισθητοί
αρχικά με τα αστροπελέκια που φωτίζουν
το χώρο όπου έχει ναυαγήσει ο ήρωας,
στοιχείο που προϋποθέτει το σκοτάδι
της νύχτας. Έπειτα στα πλαίσια του
οραματισμού της Έσχατης Κρίσης έχουμε
τη φωτιά που θα καταλύσει τη γη, το «πυρ
το άσβεστον». Κατόπιν, στην 3η
ενότητα το φως από τα αστέρια και το
φεγγάρι, τα ολόμαυρα μάτια της θεϊκής
μορφής και τα χρυσά μαλλιά της. Ενώ, στην
4η ενότητα το φως των αστεριών που
προσπαθεί να ξεπεράσει το φως της
Φεγγαροντυμένης, καθώς και τη θαυμαστή
εμπειρία όπου η νύχτα πλημμυρίζει από
φως μεσημεριού, κάνοντας τον κόσμο σαν
ναό που λαμπυρίζει. Στην ίδια ενότητα
έχουμε και την αναφορά της ζωγραφιστής
εικόνας, όπου ενδέχεται να έχει δει
παλιότερα ο ήρωας τη μορφή της
Φεγγαροντυμένης. Τέλος, στην 5η
ενότητα έχουμε αναφορά στο φως του ήλιου
και στη μαύρη πέτρα.
Η
κυρίαρχη ανθρώπινη ομιλία είναι βέβαια
η φωνή του αφηγητή που μας διηγείται
όλα τα γεγονότα του ποιήματος. Επίσης,
έχουμε την επίκλησή του στο αστροπελέκι,
τον όρκο που δίνει στους ακροατές του,
τη συνομιλία του με τους αχνούς
αναστημένους, τη χαροποιά φωνή της
αρραβωνιαστικιάς, οι εσωτερικές σκέψεις
του ήρωα καθώς παρατηρεί έκθαμβος τη
Φεγγαροντυμένη, η ευδαιμονική αναφώνηση
του ήρωα: «ω θεϊκιά κι όλη αίματα Πατρίδα».
Τι
δηλώνουν οι διάφοροι ήχοι (βροντές,
χοχλός, γλυκός ήχος, τραγούδι
βρύσης, αντίλαλος, ήχος λεπτός) στο
σκηνικό του ναυαγίου;
Η
πρώτη ηχητική εντύπωση που μας δίνεται
στο σκηνικό του ναυαγίου είναι οι βροντές
που ακούγονται κατά τη διάρκεια της
τρικυμίας, στοιχείο που μας μεταδίδει
παραστατικότερα την οργή της φύσης και
παρουσιάζει πληρέστερα τις συνθήκες
που είχε να αντιμετωπίσει ο ήρωας. Όλος
ο χώρος γύρω από τον ήρωα και την αγαπημένη
του αντηχεί από τον ήχο της βροντής
καθιστώντας σαφέστερη την ένταση της
κακοκαιρίας και της θαλασσοταραχής.
Στην
αρχή της 3ης ενότητας ο αφηγητής
μας επαναφέρει στο σκηνικό του ναυαγίου,
όπου η θάλασσα παρουσιάζεται να βρίσκεται
σε πλήρη αναταραχή, όπως το νερό που
βράζει, μια οπτική και ηχητική παρομοίωση
που τίθεται για να υπενθυμίσει την
ένταση της τρικυμίας και να αναδείξει
εναργέστερα την αντίθεση με την απόλυτη
ηρεμία που θα επικρατήσει ξαφνικά.
Στην
5η ενότητα, στα πλαίσια του ναυαγίου,
ο ήρωας θα τεθεί υπό την πλήρη κυριαρχία
του γλυκύτατου ήχου, που θα ανασύρει
μέσα του μνήμες και συναισθήματα, ωθώντας
τον σε μια πρωτόγνωρη διονυσιακή
κατάσταση με μοναδική επιθυμία να
συνεχίσει να μετέχει της μαγείας του
ήχου αυτού με κάθε κόστος.
Η
μαγεία του γλυκύτατου ήχου είναι τέτοια
που ο ήρωας μη μπορώντας να την περιγράψει
με λέξεις, θα επιχειρήσει μια σύγκριση
με όμορφους ήχους του παρελθόντος, μόνο
και μόνο για να τονίσει πως ο ήχος που
ακούει τώρα είναι απροσμέτρητα καλύτερος
από οποιονδήποτε άλλο έχει ακούσει στη
ζωή του.
Ο
γλυκύτατος ήχος είναι ωραιότερος από
το τραγούδι μιας κορασιάς που βγαίνει
τη νύχτα και τραγουδά τον κρυφό της
έρωτα στη βρύση, στα δέντρα και στα
λουλούδια. Είναι γλυκύτερος από το
κελάηδισμα του κρητικού αηδονιού που
ακούγεται από τους ψηλούς βράχους, όπου
έχει τη φωλιά του. Είναι καλύτερος κι
από τον ήχο του σουραυλιού που άκουγε
ο ήρωας στον Ψηλορείτη, όταν πήγαινε
εκεί οδηγημένος από τον πόνο του για τα
βάσανα της πατρίδας του.
Ο
γλυκύτατος ήχος, ήχος λεπτός, εκλεπτυσμένος,
είναι σύμφωνα με τον ήρωα θελκτικότερος
από οποιονδήποτε άλλο και είναι τέτοια
η μαγεία του που ο αντίλαλος δεν τολμά
να τον ξαναπεί, μιας και δεν μπορεί να
επαναλάβει ακέραιη την ομορφιά του.
Να εντοπίσετε τους χρόνους, τα διάφορα χρονικά επίπεδα της αφήγησης, τις αναδρομές και τις προλήψεις.
Η
διήγηση των περιπετειών του Κρητικού
γίνεται από τον ίδιο τον ήρωα, όταν όλα
έχουν τελειώσει κι εκείνος βρίσκεται
επαίτης σε κάποια απροσδιόριστη πόλη
και τραγουδά τις περιπέτειές του στους
περαστικούς.
Έχοντας,
επομένως, υπόψη ότι όλες αυτές οι
περιπέτειες ανήκουν στο παρελθόν του
ήρωα, μπορούμε να διακρίνουμε 4 χρονικά
επίπεδα στην αφήγηση:
1.
Το πρώτο χρονικό επίπεδο εμπεριέχει το
ναυάγιο και τις δοκιμασίες του ήρωα.
2.
Το δεύτερο χρονικό επίπεδο περιλαμβάνει
«την προϊστορία του ήρωα στην Κρήτη»,
από τα αμέριμνα παιδικά του χρόνια, έως
του δύσκολους αγώνες ενάντια στους
Τούρκους και το χαμό της οικογένειάς
του.
3.
Το τρίτο χρονικό επίπεδο είναι η ζωή
του Κρητικού μετά το πέρας όλων των
περιπετειών του, όπου επαίτης πλέον
έχει βιώσει την πλήρη μεταστροφή του
χαρακτήρα του, αλλά βασανίζεται ακόμη
με τις εφιαλτικές μνήμες του ναυαγίου.
4.
Το τέταρτο χρονικό επίπεδο είναι «ο
οραματισμός της Έσχατης Κρίσης», στα
πλαίσια του οποίου ο ήρωας αναζητά την
αγαπημένη του.
Τα
γεγονότα επομένως της ιστορίας
διαδραματίζονται στα τέσσερα αυτά
χρονικά επίπεδα, τα οποία διαπλέκονται
μεταξύ τους με τις αναδρομές και τις
προλήψεις που γίνονται κατά τη διάρκεια
της αφήγησης.
Ο
ήρωας-αφηγητής ξεκινά την αφήγησή του
in medias res,
με τα γεγονότα του ναυαγίου και προχωρά
τη διήγησή του προς την κορύφωση της
ιστορίας που είναι η αποτυχία του να
διασώσει την κόρη.
Μια
πρώτη παρέκκλιση από τα γεγονότα της
αφήγησης έχουμε με τον όρκο του ήρωα,
που μας επαναφέρει στην τωρινή του
κατάσταση, κατά την οποία ως επαίτης-ραψωδός
αφηγείται την ιστορία του. Ο όρκος αυτός
που λειτουργεί ως στοιχείο πρόληψης
μας φέρνει στο παρόν του ήρωα και μάλιστα
μας αποκαλύπτει πως η κόρη έχει πεθάνει.
Οι
στίχοι που ακολουθούν και τίθενται σε
παρενθέσεις μας οδηγούν στο απώτερο
μέλλον, στον οραματισμό της Έσχατης
Κρίσης και αποτελούν μια ακόμη πρόληψη.
Κατόπιν
η αφήγηση επιστρέφει στις περιπέτειες
του ήρωα καθώς παλεύει με τα κύματα,
συνεχίζει γραμμικά με την εμφάνιση της
Φεγγαροντυμένης και στους στίχους 31-36
της 4ης ενότητας έχουμε μια
αναδρομική αφήγηση σχετικά με την τύχη
της οικογένειας του ήρωα στην Κρήτη.
Στην
επόμενη ενότητα (5η) από τον 7ο
στίχο ο ήρωας με μια προληπτική αφήγηση
περνά εκ νέου στην τωρινή του κατάσταση,
όπου ως επαίτης απλώνει το χέρι στους
διαβάτες ψωμοζητώντας και όταν
αποκοιμιέται βασανίζεται με εφιάλτες.
Η πρόληψη σταματά στον 14ο στίχο
και με τον 15ο στίχο ο ήρωας
επιστρέφει στα γεγονότα του ναυαγίου.
Στην προσπάθειά του να εξηγήσει πόσο
πιο δυνατό αισθάνεται το χέρι του, που
δέχτηκε το δάκρυ της Φεγγαροντυμένης,
κάνει μια σύγκριση με το παρελθόν,
δημιουργώντας έτσι μια σύντομη αναδρομή
στο ηρωικό του παρελθόν στην Κρήτη στους
στίχους 17-20.
Μια
τελευταία αναδρομή γίνεται στα πλαίσια
της εμπειρίας του γλυκύτατου ήχου, όπου
ο ήρωας θέλοντας να παρουσιάσει πόσο
υπέροχος ήταν αυτός ο ήχος, επιστρέφει
σε ευδαιμονικές μνήμες από την Κρήτη
στους στίχους 35 έως 42 της 5ης
ενότητας.
Σχήματα
λόγου στον Κρητικό του Σολωμού (ερώτηση
βιβλίου)
Συνοπτικά τα σχήματα λόγου αλλά και η λειτουργία τους
Συνοπτικά τα σχήματα λόγου αλλά και η λειτουργία τους
Έκοίταα,
κι ήτανε μακριά ακόμη τα’ ακρογιάλι·
Παρήχηση
του «α», η οποία ενισχύει ηχητικά την
αίσθηση της απόστασης του ακρογιαλιού.
Αστροπελέκι
μου καλό, για ξαναφέξε πάλι!
Προσωποποίηση
του αστροπελεκιού
Αποστροφή
στο Αστροπελέκι (ο ομιλητής διακόπτει
τη ροή του λόγου του και στρέφεται προς
συγκεκριμένο πρόσωπο, σε προσωποποιημένο
αντικείμενο ή σε αφηρημένη ιδέα). Ο
ήρωας, μιλά στο αστροπελέκι, και το
αποκαλεί καλό, σε μια προσπάθεια
εξευμενισμού, ώστε να μπορέσει να
αξιοποιήσει τη δύναμη της φύσης προς
όφελός του.
Προσφώνηση: Αστροπελέκι μου καλό
Οξύμωρο: Αστροπελέκι μου καλό (Παρόλο που η αστραπή είναι ένα έντονο και άρα επικίνδυνο φαινόμενο, στις συγκεκριμένη περίσταση μπορεί να λειτουργήσει θετικά για τον ήρωα)
Προσφώνηση: Αστροπελέκι μου καλό
Οξύμωρο: Αστροπελέκι μου καλό (Παρόλο που η αστραπή είναι ένα έντονο και άρα επικίνδυνο φαινόμενο, στις συγκεκριμένη περίσταση μπορεί να λειτουργήσει θετικά για τον ήρωα)
Πλεονασμός:
ξαναφέξε πάλι (Με τον πλεονασμό
που προκύπτει ξανά- /πάλι, εκφράζεται
εντονότερα η αγωνία του ήρωα)
Επίκληση: για ξαναφέξε πάλι
Επίκληση: για ξαναφέξε πάλι
Τρία αστροπελέκια επέσανε, ένα ξοπίσω στ' άλλο
Παρήχηση των συμφώνων τ & ρ, που ενισχύει την ακουστική/ηχητική πτυχή της δημιουργούμενης εικόνας
Τα
πέλαγα στην αστραπή κι ό ουρανός αντήχαν,
Υπερβατό
μεταξύ του ρήματος (αντήχαν) και του
υποκειμένου (τα πέλαγα). (Ανάμεσα
σε δύο όρους μιας πρότασης, οι οποίοι
έχουν μεταξύ τους στενή λογική και
συντακτική σχέση και θα έπρεπε να
βρίσκονται ο ένας δίπλα στον άλλο,
παρεμβάλλεται μια λέξη ή φράση και τους
αποχωρίζει). Το υπερβατό σχήμα δίνει με
μεγαλύτερη έμφαση την αίσθηση της
ταραχής του φυσικού περιβάλλοντος.
Τα
πέλαγα στην αστραπή κι ό ουρανός αντήχαν,
Οι
ακρογιαλιές και τα βουνά μ’ όσες φωνές
κι αν είχαν.
Η
ομοιοκαταληξία αντήχαν – είχαν, μιμείται
τον αντίλαλο των ήχων
Προσωποποιήσεις:
τα πέλαγα, ο ουρανός, οι ακρογιαλιές και
τα βουνά προσωποποιούνται, και δίνεται
έτσι η αίσθηση πως συμμετέχουν εξίσου
στην αγωνία των θνητών ηρώων
Πιστέψετε
π’ ό,τι θα πω είν’ ακριβή αλήθεια
Μεταφορά:
ακριβή αλήθεια
Αποστροφή προς τους ακροατές των λόγων του: Πιστέψετε
Αποστροφή προς τους ακροατές των λόγων του: Πιστέψετε
Μα
τες πολλές λαβωματιές πού μόφαγαν τα
στήθια
Μεταφορά:
που μόφαγαν τα στήθια (Το
ηρωικό ήθος του Κρητικού γίνεται προφανές
από τις πολλές πληγές που δέχτηκε κατά
τη διάρκεια των μαχών με τους Τούρκους)
Μα τους συντρόφους πόπεσαν στην Κρήτη πολεμώντας
Μεταφορά: πόπεσαν στην Κρήτη (Ο ηρωισμός και η συντροφικότητα στη μάχη είναι δύο από τα ιδανικά του ήρωα)
Μα τους συντρόφους πόπεσαν στην Κρήτη πολεμώντας
Μεταφορά: πόπεσαν στην Κρήτη (Ο ηρωισμός και η συντροφικότητα στη μάχη είναι δύο από τα ιδανικά του ήρωα)
Μα
την ψυχή πού μ' έκαψε τον κόσμο άπαρατώντας
Μεταφορά:
την ψυχή που μ’ έκαψε (Δίνεται με
ιδιαίτερη έμφαση ο πόνος του ήρωα για
την απώλεια της αγαπημένης του)
Περίφραση:
τον κόσμο απαρατώντας (Προκειμένου
να δηλωθεί ο θάνατος της κόρης)
(Λάλησε,
Σάλπιγγα! κι' εγώ το σάβανο τινάζω,
Και
σχίζω δρόμο και τς αχνούς αναστημένους
κράζω
Προσωποποίηση
της Σάλπιγγας
Αποστροφή
προς τη σάλπιγγα
Προσφώνηση: Λάλησε, Σάλπιγγα
Προσφώνηση: Λάλησε, Σάλπιγγα
Παρήχηση
του «λ»: λάλησε σάλπιγγα
Πολυσύνδετο:
κι – και – και
Μεταφορά:
σχίζω δρόμο (Εμφανής η αγωνία και
η ανυπομονησία του ήρωα να μεταβεί στο
χώρο της Έσχατης Κρίσης, και κατ' επέκταση
στον Παράδεισο, προκειμένου να αναζητήσει
την αγαπημένη του)
«Μην
είδετε την ομορφιά που την Κοιλάδα
αγιάζει;
—Ψηλά
την είδαμε πρωί· της τρέμαν τα λουλούδια
Σχήμα
κατεξοχήν: την ομορφιά (την αρραβωνιαστικιά
του) [Η σημασία μιας λέξης στενεύει
και ενώ αυτή φανέρωνε αρχικά σύνολο
ομοειδών όντων, καταλήγει να φανερώνει
ένα μόνο από αυτά, ξεχωρίζοντάς το
εξαιρετικά.] Η ομορφιά της αγαπημένης
του ήρωα τονίζεται με εμφατικό τρόπο.
Μεταφορά:
της τρέμαν τα λουλούδια (Συνήθης
μεταφορά στην ποίηση του Σολωμού, για
να δηλωθεί η αγνότητα)
Υποφορά
– ανθυποφορά: Μην είδετε – την είδαμε
Ο
Ουρανός ολόκληρος αγρίκαε σαστισμένος
Προσωποποίηση
του ουρανού. Η
προσωποποίηση στοιχείων της φύσης,
δημιουργεί την αίσθηση πως όλη η φύση
μετέχει στην αγωνία των νεκρών, καθώς
αναμένουν την Κρίση και την εν σαρκί
ανάστασή τους.
Κι
ή θάλασσα, πού σκίρτησε σαν το χοχλό πού
βράζει
Μεταφορά:
η θάλασσα που σκίρτησε
Παρομοίωση:
σαν το χοχλό
Ησύχασε
και έγινε όλο ησυχία και πάστρα
Επανάληψη:
ησύχασε – ησυχία. Η
επανάληψη χρησιμοποιείται για να δοθεί
με έμφαση η θαυμαστή ησυχία που επικράτησε
στη φύση.
Μεταφορά:
ησύχασε (εννοεί η θάλασσα)
Σαν
περιβόλι ευώδησε κι εδέχτηκε όλα τα’
αστρα
Παρομοίωση:
σαν περιβόλι
Μεταφορές:
ευώδησε – εδέχτηκε
Ούτε
όσο κάνει στον ανθό η μέλισσα περνώντας
Παρομοίωση:
όσο κάνει στον ανθό η μέλισσα
Όμως
κοντά στην κορασιά, πού μ’ έσφιξε κι
εχάρη
Πρωθύστερο:
εχάρη κι μ’ έσφιξε (Από δύο σχετικές
ενέργειες ή έννοιες τοποθετείται στη
σειρά του λόγου πρώτη εκείνη που είναι
χρονικά και λογικά δεύτερη.)
Κι
ομπρός μου ιδού πού βρέθηκε μία
φεγγαροντυμένη
Μεταφορά:
φεγγαροντυμένη
Έτρεμε
το δροσάτο φως στη θεϊκιά θωριά της,
Στα
μάτια της τα ολόμαυρα και στα χρυσά
μαλλιά της
Συναισθησία:
δροσάτο φως (συμφύρονται δύο διαφορετικές
αισθήσεις)
Οξύμωρο:
δροσάτο φως (αν ληφθεί υπόψη ότι το φως
αποτελεί πηγή θερμότητας)
Μεταφορές:
θεϊκιά θωριά – χρυσά μαλλιά
Αντίθεση:
μάτια ολόμαυρα – χρυσά μαλλιά
Εκοίταξε
τα’ αστέρια, κι εκείνα αναγάλλιασαν,
Και
την αχτινοβόλησαν και δεν την εσκεπάσαν·
Κι
από το πέλαο, που πατεί χωρίς να το
σουφρώνει
Προσωποποίηση:
τα αστέρια
Μεταφορές:
εσκεπάσαν – σουφρώνει
Πολυσύνδετο:
κι – και – και
Κυπαρισσένιο
ανάερα τα’ ανάστημα σηκώνει
Μεταφορές:
κυπαρισσένιο – σηκώνει
Κι
ανεί τς αγκάλες μ’ έρωτα και με
ταπεινοσύνη,
Κι
έδειξε πάσαν ομορφιά και πάσαν καλοσύνη
Τότε
από φως μεσημερνό ή νύχτα πλημμυρίζει,
Κι
η χτίσις έγινε ναός πού ολούθε λαμπυρίζει
Πολυσύνδετο:
κι – και – κι – και – κι
Αντίθεση:
φως μεσημερνό – νύχτα
Μεταφορά:
η νύχτα πλημμυρίζει
Υπερβολή:
από φως μεσημερνό η νύχτα πλημμυρίζει.
Η υπερβολή αυτή αντιστοιχεί στο σχήμα
του αδυνάτου των δημοτικών τραγουδιών,
με το οποίο ο ποιητής τονίζει εμφατικά
τη θαυμαστή επενέργεια της Φεγγαροντυμένης
στη φύση.
Παρομοίωση:
έγινε ναός που ολούθε λαμπυρίζει
Καταπώς
στέκει στο Βοριά η πετροκαλαμήθρα
Παρομοίωση:
Καταπώς...
Όχι
στην κόρη, αλλά σ’ εμέ την κεφαλή της
κλίνει
Σχήμα
άρσης και θέσης: όχι στην κόρη, αλλά σ’
εμέ (Πρώτα λέγεται τι δεν είναι κάτι (ή
τι δε συμβαίνει) και αμέσως μετά τι είναι
(ή τι συμβαίνει) – πρώτα αίρεται κάτι
και στη συνέχεια τίθεται.)
Την
κοίταζα ό βαριόμοιρος, μ’ έκοίταζε κι
εκείνη
Επανάληψη:
κοίταζα – εκοίταζε
Καν
σε ναό ζωγραφιστή με θαυμασμό περίσσο,
Κάνε
την είχε ερωτικά ποιήσει ο λογισμός
μου,
Καν
τα’ όνειρο, όταν μ’ έθρεφε το γάλα της
μητρός μου
Επανάληψη:
καν – κάνε – καν
Ήτανε
μνήμη παλαιή, γλυκιά κι αστοχισμένη
Μεταφορά:
γλυκιά
Σαν
το νερό που το θωρεί το μάτι ν’ αναβρύζη
Παρομοίωση:
σαν το νερό
Συνεκδοχή:
που το θωρεί το μάτι (το μάτι ενν. ο
άνθρωπος) [Οι λέξεις δε χρησιμοποιούνται
με την αρχική τους σημασία, αλλά με
διαφορετική, που έχει βέβαια κάποια
σχέση με την αρχική. Έτσι δηλώνεται: το
ένα αντί για τα πολλά ομοειδή, το μέρος
ενός συνόλου αντί για το σύνολο, η ύλη
αντί για εκείνο που είναι κατασκευασμένο
από αυτή, το όργανο αντί για την ενέργεια
που παράγεται ή γίνεται με αυτό.]
Για
τη λειτουργία της παρομοίωσης αυτής
βλέπε αναλυτικότερα τις σημειώσεις στο
μπλογκ
Βρύση
έγινε το μάτι μου κι ομπρός του δεν εθώρα
Μεταφορά:
βρύση έγινε το μάτι
Που
ετρέμαν και δε μ’ άφηναν να βγάλω τη
μιλιά μου
Μεταφορά:
που ετρέμαν (τα μάτια)
Προσωποποίηση:
δε μ’ άφηναν (τα μάτια)
Κι
ένιωθα πως μου διάβαζε καλύτερα το νου
μου
Πάρεξ
αν ήθελε της πω με θλίψη του χειλιού μου
Μεταφορά:
διάβαζε
Συνεκδοχή:
θλίψη του χειλιού μου
Κοίτα
με μες στα σωθικά, που φύτρωσαν οι πόνοι
Μεταφορά:
φύτρωσαν οι πόνοι
Όμως
εξεχειλίσανε τα βάθη της καρδιάς μου
Μεταφορές:
εξεχειλίσανε – τα βάθη της καρδιάς
Βόηθα,
Θεά, το τρυφερό κλωνάρι μόνο να ‘χω
Περίφραση:
τρυφερό κλωνάρι (ενν. η αρραβωνιαστικιά).
Η περίφραση αυτή
τονίζει τη νεότητα της κοπέλας και την
αγνότητά της.
Εχαμογέλασε
γλυκά στον πόνο της ψυχής μου,
Κι
εδάκρυσαν τα μάτια της, κι έμοιαζαν της
καλής μου.
Εχάθη,
αλιά μου! αλλ’ άκουσα του δακρύου της
ραντίδα
Αντίθεση:
γλυκά στον πόνο
Μεταφορά:
εχαμογέλασε γλυκά
Παρομοίωση:
κι εμοιάζαν της καλής μου
Επιφώνημα:
αλιά μου
Επανάληψη:
εδάκρυσαν – δακρύου
Εγώ
από κείνη τη στιγμή δεν έχω πλια το χέρι,
Π’
αγνάντευεν Αγαρηνό κι εγύρευε μαχαίρι·
Χαρά
δεν του ‘ναι ο πόλεμος· τ’ απλώνω του
διαβάτη
Προσωποποίηση:
το χέρι: π’ αγνάντευεν - κι εγύρευε
μαχαίρι
Συνεκδοχή:
το χέρι (αντί για το άτομο συνολικά):
αγνάντευεν – κι εγύρευε
Άρση
και θέση: δεν έχω πλια το χέρι – τ’
απλώνω του διαβάτη. Στο σχήμα αυτό
γίνεται έκδηλη η πλήρης μεταστροφή που
επιτελείται στον χαρακτήρα του ήρωα.
Ψωμοζητώντας,
κι έρχεται με δακρυσμένο μάτι
Συνεκδοχή:
έρχεται με δακρυσμένο μάτι
Κι
όταν χορτάτα δυστυχιά τα μάτια μου
ζαλεύουν
Αργά,
κι ονείρατα σκληρά την ξαναζωντανεύουν,
Και
μέσα στ’ άγριο πέλαγο τ' αστροπελέκι
σκάει,
Κι
η θάλασσα να καταπιή την κόρη αναζητάει
Προσωποποιήσεις:
τα μάτια: χορτάτα δυστυχιά – η θάλασσα
να καταπιή την κόρη αναζητάει
Μεταφορές:
χορτάτα δυστυχιά – ονείρατα σκληρά –
την ξαναζωντανεύουν – άγριο πέλαγο
Πολυσύνδετο:
κι – κι – και – κι
Ξυπνώ
φρενίτης, κάθομαι, κι ο νους μου κινδυνεύει,
Και
βάνω την παλάμη μου, κι αμέσως γαληνεύει
Πολυσύνδετο:
κι – και – κι
Τα
κύματα έσχιζα μ’ αυτό, τ’ άγρια και
μυρωδάτα
Μεταφορές:
έσχιζα – άγρια – μυρωδάτα
Με
δύναμη πού δεν είχα μήτε στα πρώτα νιάτα,
Μήτε
όταν εκροτούσαμε, πετώντας τα θηκάρια,
Μάχη
στενή με τους πολλούς ολίγα παλληκάρια,
Μήτε
όταν τον μπομπο - Ίσούφ και τς άλλους
δύο βαρούσα.
Σύρριζα
στη Λαβύρινθο π’ αλαίμαργα πατούσα.
Επανάληψη:
μήτε – μήτε – μήτε
Αντίθεση:
πολλούς – ολίγα
Μεταφορές:
μάχη στενή – αλαίμαργα πατούσα
Αλλά
το πλέξιμ’ άργουνε και μου τ’ αποκοιμούσε
Ηχός,
γλυκύτατος ηχός, οπού με προβοδούσε
Μεταφορές:
αποκοιμούσε – γλυκύτατος – προβοδούσε
Προσωποποίηση:
ο ήχος: προβοδούσε
Αναδίπλωση:
ήχος – γλυκύτατος ήχος (η αναδίπλωση
είναι ένα σχήμα λόγου (ή ένας εκφραστικός
τρόπος), σύμφωνα με το οποίο μια λέξη (ή
και μια φράση) τίθεται στο λόγο μια φορά
και αμέσως μετά επαναλαμβάνεται.)
Δεν
είναι κορασιάς φωνή στα δάση που
φουντώνουν,
Και
βγαίνει τ’ άστρο του βραδιού και τα
νερά θολώνουν,
Και
τον κρυφό της έρωτα της φύσης τραγουδάει,
Του
δέντρου και του λουλουδιού πού ανοίγει
και λυγάει
Παρομοίωση:
δεν είναι κορασιάς φωνή
Περίφραση:
τ’ άστρο του βραδιού (το φεγγάρι)
Πολυσύνδετο:
και – και – και – και – και
Χιαστό:
Του
δέντρου και του λουλουδιού
πού
ανοίγει και λυγάει
[το
δέντρο: λυγάει, και το λουλούδι: ανοίγει]
Δεν
είν’ αηδόνι κρητικό, που σέρνει τη λαλιά
του
Παρομοίωση:
δεν είν’ αηδόνι
Μεταφορά:
σέρνει τη λαλιά
Κι
αντιβουίζει ολονυχτίς από πολλή γλυκάδα
Η
θάλασσα πολύ μακριά, πολύ μακριά η
πεδιάδα
Μεταφορά:
αντιβουίζει η θάλασσα
Υπερβολή:
αντιβουίζει η θάλασσα πολύ μακριά και
η πεδιάδα
Χιαστό:
Η
θάλασσα πολύ μακριά,
πολύ
μακριά η πεδιάδα
[πολύ
μακριά – πολύ μακριά και θάλασσα –
πεδιάδα]
Ώστε
που πρόβαλε η αυγή και έλιωσαν τ’
αστέρια,
Κι
ακούει κι αυτή και πέφτουν της τα ρόδα
από τα χέρια
Προσωποποίηση:
η αυγή ακούει
Μεταφορά:
έλιωσαν τ’ αστέρια
Δεν
είν’ φιαμπόλι το γλυκό, οπού τα’ αγρίκαα
μόνος
Παρομοίωση:
δεν ειν’ φιαμπόλι
Μεταφορά:
φιαμπόλι το γλυκό
Κι
έβλεπα τ’ άστρο τ’ ουρανού μεσουρανίς
να λάμπει
Και
του γελούσαν τα βουνά, τα πέλαγα κι οι
κάμποι·
Κι
ετάραζε τα σπλάχνα μου ελευθερίας ελπίδα
Κι'
έφώναζα: «ώ θεϊκιά κι όλη αίματα Πατρίδα!»
Κι
άπλωνα κλαίοντας κατ’ αυτή τα χέρια με
καμάρι
Πολυσύνδετο:
κι – και – κι – κι – κι
Περίφραση:
τ’ άστρο τ’ ουρανού (ο ήλιος)
Προσωποποιήσεις:
γελούσαν τα βουνά, τα πέλαγα, οι κάμποι
– θεϊκιά κι όλη αίματα Πατρίδα
Συνεκδοχή:
ετάραζε τα σπλάχνα μου [το μέρος αντί
για το όλο]
Μεταφορά:
θεϊκή πατρίδα
Καλή
‘ν’ η μαύρη πέτρα της και το ξερό χορτάρι
Μεταφορά:
μαύρη πέτρα
Δεν
είναι λόγια· ήχος λεπτός ... ...
Δεν
ήθελε τον ξαναπεί ο αντίλαλος κοντά του
Μεταφορά:
ήχος λεπτός
Προσωποποίηση:
δεν ήθελε τον ξαναπεί ο αντίλαλος
(προσωποποιείται ο αντίλαλος). Ο
αντίλαλος προσωποποιείται και του
αποδίδεται απροθυμία να επαναλάβει τον
γλυκύτατο ήχο, σα να γνωρίζει ότι δε θα
μπορέσει να τον επαναλάβει με την αρχική
του ομορφιά.
Υπερβατό:
μεταξύ ρήματος (ήθελε) και υποκειμένου
(ο αντίλαλος)
Σαν
του Μαϊού τες ευωδιές γιόμιζαν τον αέρα,
Γλυκύτατοι,
ανεκδιήγητοι ... ...
Μόλις
είν’ έτσι δυνατός ο Έρωτας και ο Χάρος
Παρομοιώσεις:
σαν του Μαϊού – μόλις είν’ έτσι δυνατός
ο Έρωτας και ο Χάρος
Υπερβολή:
μόλις είν’ έτσι δυνατός ο Έρωτας και ο
Χάρος. Το σχήμα της
υπερβολής, που λειτουργεί παράλληλα
και ως σύγκριση του ήχου με τις δυνάμεις
του Έρωτα και του Χάρου, εκφράζει τη
μεγαλύτερη δυνατή έμφαση, τη δύναμη που
ασκούσε στην ψυχή του ήρωα.
Μ’
άδραχνεν όλη την ψυχή, και να ‘μπει δεν
ημπόρει
Ο
ουρανός, κι η θάλασσα, κι η ακρογιαλιά,
κι η κόρη
Με
άδραχνε, και μ’ έκανε συχνά ν’ αναζητήσω
Πολυσύνδετο:
και – κι – κι – και
Προσωποποίηση:
ο ήχος: μ’ άδραχνεν. Ο
ήχος λαμβάνει τις διαστάσεις προσώπου,
σα να έχει δική του βούληση, στοιχείο
που ενισχύει τη δύναμη της ενέργειάς
του. Ο ήχος αρπάζει τον ήρωα.
Μεταφορές:
μ’ άδραχνεν – να ‘μπει
Τη
σάρκα μου να χωρισθώ για να τον ακλουθήσω
Συνεκδοχή:
τη σάρκα μου (το μέρος αντί για το όλο
–το σώμα). Με τη λέξη
σάρκα, αισθητοποιείται εναργέστερα η
επιθυμία του ήρωα να εξαρθεί από τη
σωματική του υπόσταση.
Έπαψε
τέλος, κι άδειασεν η φύσις κι η ψυχή μου·
Πού
εστέναξε κι εγιόμισεν ευθύς οχ την καλή
μου
Αντίθεση:
άδειασεν – εγιόμισεν. Με
την αντίθεση γίνεται σαφέστερο το
αίσθημα πληρότητας που προσέφερε ο ήχος
στον ήρωα, που μόνο με το σταμάτημα του
ήχου, επαναφέρει στη σκέψη του την
αγαπημένη του.
Στίχοι
και θέματα του Κρητικού που βρίσκονται
και σ’ άλλα ποιήματα του Σολωμού
Η
θεματική της σάλπιγγας, που θα σημάνει
την ανάσταση των νεκρών:
Ο
Κρητικός:
Λάλησε
Σάλπιγγα! κι εγώ το σάβανο τινάζω
Ο
Λάμπρος: Το παράπονο της Μαρίας
«Βλέπεις
τούτους τους τάφους; Καμιά μέρα
Εδώ
μέσα και συ θε να κοιμάσαι,
Έως
όπου από ψηλά θέλει βουΐση
Η
σάλπιγγα η στερνή να σε ξυπνήση».
Η
Γυναίκα της Ζάκυθος:
Κεφάλαιο
7 Δε σου δίνω μήτε ένα ψίχαλο
18.
Γιατί τα σώματα των άλλων τριών ησυχάσανε
στο μνήμα τους, από τα οποία θα πεταχτούν
όταν βαρέση η Σάλπιγγα.
Εις
Μοναχήν:
Ξύπνα,
αδελφή! τη Σάλπιγγα
Την
ύστερη αγρικώ.
Η
γένεση ενός νέου κόσμου, που ακολουθεί
τη δευτέρα παρουσία:
Ο
Κρητικός:
Καπνός
δε μένει από τη γη∙ νιος ουρανός εγίνη∙
Εις
Μάρκο Μπότσαρη:
Του
κόσμου την ύστερη μέρα,
Παντού
στον καινούριο αέρα∙
Ο
Πόρφυρας:
VII:
Νιος
κόσμος όμορφος παντού χαράς και καλοσύνης.
Τα
λουλούδια που δηλώνουν την παρθενία
της κοπέλας:
Ο
Κρητικός:
-
Ψηλά την είδαμε πρωί∙ της τρέμαν τα
λουλούδια∙
Η
Φαρμακωμένη στον Άδη:
Εκοιτούσανε
τα χέρια
Και
το μέτωπο της νιας,
Όπου
ετρέμαν τα λουλούδια
Τα
λαμπρά της παρθενιάς.
Η
αναφορά στη θύρα του παραδείσου:
Ο
Κρητικός:
Στη
θύρα της Παράδεισος που εβγήκε με
τραγούδια∙
Εις
το θάνατο Αιμιλίας Ροδόσταμο:
Στη
θύρα την ολόχρυση της Παντοδυναμίας,
Πνεύματα
μύρια παλαιά, πνεύματα μύρια νέα,
Σ’
ακαρτερούν για να σου πουν πως άργησες
να φθάσης.
Ο
κοχλασμός του νερού που βράζει:
Ο
Κρητικός:
Κι
η θάλασσα, που σκίρτησε σαν το χοχλό που
βράζει
Η
Γυναίκα της Ζάκυθος:
Κεφάλαιο
5
12.
Και σε λίγο είδα ομπρός μου τη γριούλα
όπου μου έλεγε: Δόξα σοι ο Θεός, Ιερομόναχε,
έλεα πως κάτι σούρθε. Σ’ έκραζα, σ’
εκούνεια, και δεν άκουγες τίποτες, και
τα μάτια σου εσταμάτιζαν στον αέρα, ενώ
τώρα στα στερνά η γης εσκιρτούσε σαν το
χόχλο στο νερό που βράζει.
Οι
Ελεύθεροι Πολιορκημένοι:
Σχεδίασμα
Α:
Τότες
εταραχτήκανε τα σωθικά μου και έλεγα
πως ήρθε ώρα να ξεψυχήσω∙ κι ευρέθηκα
σε σκοτεινό τόπο και βροντερό, που
εσκιρτούσε σαν κλωνί στάρι στο μύλο που
αλέθει ογλήγορα, ωσάν το χόχλο στο νερό
που αναβράζει∙
Σχεδίασμα
Β:
IV
Μετά
ταύτα μια ακατάπαυστη βροντή έκανε τον
αέρα να τρέμη πολλή ώρα, και εις αυτή
την τρικυμία
Η
μαύρη γη σκιρτά ως χοχλό μες στο νερό
που βράζει.
Η
κυριαρχία ενός κρυφού μυστηρίου:
Ο
Κρητικός:
Κάτι
κρυφό μυστήριο εστένεψε τη φύση
Οι
Ελεύθεροι Πολιορκημένοι:
Σχεδίασμα
Γ:
Μητέρα,
μεγαλόψυχη στον πόνο και στη δόξα,
Κι
αν στο κρυφό μυστήριο ζουν πάντα τα
παιδιά σου
Με
λογισμό και μ’ όνειρο, τι χάρ’ έχουν
τα μάτια
Η
παρομοίωση που δίνει την πλήρη ακινησία
που επικρατεί στη φύση:
Ο
Κρητικός:
Δεν
είν’ πνοή στον ουρανό, στη θάλασσα,
φυσώντας
Ούτε
όσο κάνει στον ανθό η μέλισσα περνώντας
Οι
Ελεύθεροι Πολιορκημένοι:
Σχεδίασμα
Γ:
VI:
Χωρίς
ποσώς γης, ουρανός και θάλασσα να πνένε,
Ουδ’
όσο κάν’ η μέλισσα κοντά στο λουλουδάκι
Σχεδίασμα
Β:
2:
Λευκό
βουνάκι πρόβατα κινούμενο βελάζει,
Και
μες στη θάλασσα βαθιά ξαναπετιέται
πάλι,
Κι
ολόλευκο εσύσμιξε με τ’ ουρανού τα
κάλλη.
Και
μες στης λίμνης τα νερά, οπ’ έφθασε μ’
ασπούδα,
Έπαιξε
με τον ίσκιο της γαλάζια πεταλούδα
Η
παρουσία μιας γυναικείας μορφής,
λουσμένης στο φως του φεγγαριού:
Ο
Κρητικός:
Κι
ομπρός μου ιδού που βρέθηκε μια
φεγγαροντυμένη
Ο
Λάμπρος:
Απόσπασμα
XXXII: Η Αναδυομένη
Στην
κορυφή της θάλασσας πατώντας
Στέκει,
και δε συγχύζει τα νερά της,
Που
στα βάθη τους μέσα ολόστρωτα όντας
Δεν
έδειχναν το θείον ανάστημά της.
Δίχως
αύρα να πνέη, φεγγοβολώντας
Η
αναλαμπή του φεγγαριού κοντά της
Συχνότρεμε,
σα νάχε επιθυμήσει
Τα
ποδάρια τα θεία να της φιλήση.
Οι
Ελεύθεροι Πολιορκημένοι:
Σχεδίασμα
Γ: Ο Πειρασμός
Γύρου
σε κάτι ατάραχο π’ ασπρίζει μες στη
λίμνη,
Μονάχο
ανακατώθηκε το στρογγυλό φεγγάρι,
Κι
όμορφη βγαίνει κορασιά ντυμένη με το
φως του.
Τα
δάκρυα που θολώνουν τα μάτια, εμποδίζοντας
τον ήρωα να δει τη θεϊκή μορφή:
Ο
Κρητικός:
Βρύση
έγινε το μάτι μου κι ομπρός του δεν εθώρα
Κι
έχασα αυτό το θεϊκό πρόσωπο για πολλή
ώρα.
Ελεύθεροι
Πολιορκημένοι Σχεδίασμα Β΄
Το
μάτι μου έτρεχε ρονιά κι ομπρός του δεν
εθώρα,
Κι
έχασα αυτό το θεϊκό πρόσωπο για πολλή
ώρα.
Το
χώμα από την αγαπημένη πατρική γη:
Ο
Κρητικός:
Μακριά
‘πο κείθ’ εγιόμισα τες φούχτες μου κι
εβγήκα.
Ο
Πόρφυρας:
Ακόμ’
αφρέ μου, να βαστάς, και ναμαι γυρισμένος,
με
δυο φιλιά της μάνας μου, με φούχτα γη
της γης μου.
Οι
Ελεύθεροι Πολιορκημένοι:
Σχεδίασμα
Β:
XIII:
Μια
φούχτα χώμα να κρατώ και να σωθώ μ’
εκείνο.
Το
εξευτελιστικής σημασία πρώτο συνθετικό
μπομπο:
Ο
Κρητικός:
Μήτε
όταν τον μπόμπο-Ισούφ και τς άλλους δυο
βαρούσα
Η
Γυναίκα της Ζάκυθος:
Κεφάλαιο
9: Η Γυναίκα της Ζάκυθος λαβαίνει τη
στερνή της θαράπαψη
10:
Αλλά ποιος νάναι; Μα την αλήθεια που της
μοιάζει ολίγο. Αα! είσ’ εσύ, μπομπόκορμο,
βρωμοπόρνη, μυγόχεσμα του σπιταλιού,
τσίμπλα της γουρούνας, σκατή, γαϊδούρα,
κροπολόγα.
Το
θόλωμα των νερών:
Ο
Κρητικός:
Και
βγαίνει τ’ άστρο του βραδιού και τα
νερά θολώνουν
Οι
Ελεύθεροι Πολιορκημένοι:
Σχεδίασμα
Γ:
II:
Μες
στα χαράματα συχνά, και μες στα μεσημέρια,
Και
σα θολώνουν τα νερά, και τ’ άστρα σα
πληθύνουν
Η
ομορφιά της πατρικής γης, όσο ταπεινή
κι αν είναι:
Ο
Κρητικός:
Καλή
‘ν’ η μαύρη πέτρα της και το ξερό χορτάρι
Οι
Ελεύθεροι Πολιορκημένοι:
Σχεδίασμα
Γ:
I:
Αλλά,
Θεά, δεν ημπορώ ν’ ακούσω τη φωνή σου,
Κι
ευθύς εγώ τ’ Ελληνικού κόσμου να τη
χαρίσω;
Δόξα
‘χ’ η μαύρη πέτρα του και το ξερό
χορτάρι.
Σχεδίασμα
Β:
I:
Μάγεμα
η φύσις κι όνειρο στην ομορφιά και χάρη,
Η
μαύρη πέτρα ολόχρυση και το ξερό χορτάρι
VI:
Να
μείνης, χώμα πατρικό, για μισητό ποδάρι∙
Η
μαύρη πέτρα σου χρυσή και το ξερό χορτάρι.
Ο
αποχωρισμός της ψυχής από το σώμα:
Ο
Κρητικός:
Τη
σάρκα μου να χωριστώ για να τον ακλουθήσω
Οι
Ελεύθεροι Πολιορκημένοι:
Σχεδίασμα
Β:
IX:
Αγάπη
κι έρωτας καλού τα σπλάχνα τους τινάζουν∙
Τα
σπλάχνα τους κι η θάλασσα ποτέ δεν
ησυχάζουν∙
Γλυκιά
κι ελεύθερ’ η ψυχή σα νάτανε βγαλμένη,
Κι
ύψωναν με χαμόγελο την όψη τη φθαρμένη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου