Κ . Π . Κ α β ά
φ η , Ο Δ α ρ ε ί ο ς
ένας
δραματικός μονόλογος με ιδιότυπη
σύλληψη, ένα ποίημα μέσα σε ποίημα
ποίημα
ιστορικό, φιλοσοφικό και «ποίημα για
την ποίηση»
ποίημα
της ώριμης περιόδου του Καβάφη.
Ποίημα για
την ποίηση: η παράλληλη γραφή των
δύο ποιημάτων, του Φερνάζη και του
Καβάφη, μας αποκαλύπτει τις τεχνικές
γένεσης ενός ποιήματος. Ο Καβάφης
μας εισάγει στο εργαστήρι του τη «στιγμή»
που η ιστορία επεμβαίνει δυναμικά και
αποκρυσταλλώνει την ποιητική ιδέα.
Ποίημα
φιλοσοφικό: το ποίημα αποκτά και
φιλοσοφικό περιεχόμενο, θέτοντας το
ζήτημα της σχέσης ιστορίας και τέχνης.
Η φιλοσοφική διάθεση του Καβάφη απέναντι
στην ιστορία αποκαλύπτεται στο ποίημα
«Ο Δαρείος», καθώς ειρωνεύεται την
ιστορικότητα του ποιήματός του και τις
ιστορικές λεπτομέρειες, μέσω των οποίων
καλείται ο ποιητής Φερνάζης να γράψει
ένα επικό ποίημα, και αντιπαραβάλλει
σε αυτές τη φιλοσοφία («Αλλ' εδώ χρειάζεται
φιλοσοφία»), η οποία και θα τον απασχολήσει
μέχρι το τέλος του ποιήματος.
Ποίημα
ιστορικό :Τα ιστορικά ποιήματα του
Καβάφη Ο Καβάφης είναι ποιητής –
αναγνώστης: αγαπούσε την ιστορία και
πολλά ποιήματά του, που χαρακτηρίζονται
ως «ιστορικά»* , εμπνέονται από αυτήν.
Ο Καβάφης εκφράζει τον ποιητικό του
κόσμο με σύμβολα που αντλεί από την
ιστορία, αλλά και από τη μυθολογία.
Αντλεί κυρίως τα θέματα των ιστορικών
του ποιημάτων: α) χρονικά από την
ελληνιστική και ρωμαϊκή εποχή·και β)
γεωγραφικά από την ευρύτερη περιοχή
όπου εκτείνονται τα ελληνιστικά κράτη
των διαδόχων του Μ. Αλεξάνδρου. Ο
Καβάφης αισθάνεται κληρονόμος του
ελληνιστικού κόσμου, ενός κόσμου
παρακμής, κι επιχειρεί να τον ερμηνεύσει
με ποιητικά μέσα. Μέσα από την
ιστορικότητα των ποιημάτων του εκφράζει
ευκολότερα προσωπικά βιώματα, αδιέξοδα
ή αγωνίες έχοντας εξασφαλίσει μια
σκηνοθεσία καταστάσεων, ένα ιστορικό
πλαίσιο. Η εκμετάλλευση της ιστορίας
στα ποιήματά του έχει ως στόχο να
αποπροσωποποιήσει τα βιώματα του ποιητή,
να αποκρύψει το ποιητικό εγώ, ώστε να
απελευθερωθεί ο ποιητής και να μιλήσει,
να κρίνει ελεύθερα πίσω από το προσωπείο
του ιστορικού προσώπου. Η ιστορία γίνεται
ερμηνευτικό κλειδί για να κατανοήσουμε
τη δική μας εποχή, για να αποκτήσουμε
συνείδηση των αφανών παραγόντων που
προσδιορίζουν τη ζωή μας και τη θέση
μας μέσα στον κόσμο. Και αντίστροφα, η
δική μας εμπειρία ζωής γίνεται το κλειδί,
για να κατανοήσουμε το ήθος και το πνεύμα
της μακρινής εκείνης εποχής. * Υπάρχει
η κατηγοριοποίηση των καβαφικών ιστορικών
ποιημάτων σε α) Ψευδοϊστορικά: Εισηγητής
του όρου είναι ο Σεφέρης, για να διαχωρίσει
με αυτόν τα ποιήματα που χρησιμοποιούν
το ιστορικό υλικό μεταφορικά, αλληγορικά
δημιουργώντας ψεύτικες ιστορίες, β)
Ιστορικοφανή: Ο Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος
εισηγήθηκε τον όρο «ιστορικοφανή», όπου
εντάσσει τα ιστορικά ποιήματα των οποίων
τα φανταστικά πρόσωπα εμπλέκονται σε
ιστορικό πλαίσιο που επενδύει την πλοκή,
γ) Ιστοριογενή: Ο Μιχάλης Πιερής θεώρησε
αναγκαίο τον όρο «ιστοριογενή» για
τα ποιήματα που γεννήθηκαν από άμεσο
ιστορικό υλικό. Ο Σεφέρης μεταφέρει
επιστολή φίλου του Καβάφη: «Ποτέ δεν
κατάλαβα τον χωρισμό των ποιημάτων του
Καβάφη σε ιστορικά κτλ. Ποια σημασία
έχουν τα πλαίσια, τη στιγμή που ο ίδιος
λέει και ξαναλέει μέσα στο έργο του πως
το ποιητικό του πρώτο υλικό είναι παρμένο
από το δράμα της ζωής του και το δράμα
του κόσμου γύρω του και πέρα, όπως
αντανακλάται μέσα στο αίσθημα και τη
σκέψη του…» (Γ. Σεφέρης, Δοκιμές Α΄,
σ.393-395) Η χρήση ιστορικών σκηνών, γεγονότων
και προσώπων γίνεται ένας τρόπος υποβολής
επίκαιρων προβλημάτων της εποχής του,
που τον συγκινούν. Τα πρόσωπα και τα
πράγματα της ιστορίας ως σύμβολα των
προσωπικών του αδιεξόδων: Ο Καβάφης
«μυθοποιεί» το ιστορικό γεγονός
επιλέγοντας κυρίως «άγνωστες και
παραμελημένες πτυχές της ελληνικής
ιστορίας» ή δευτερεύοντα πρόσωπα, για
να σχολιάσει την εποχή του ή για να
υποδυθούν το «ατομικό δράμα» του. Όπως
λέει ο Δάλλας (Καβάφης και Ιστορία): το
παρελθόν και η ιστορία χρησιμοποιούνται
ως «έτοιμη ποιητική ύλη», για να υποβληθούν
τα προσωπικά του βιώματα ή για να
ανιχνευθούν τα συναισθήματα του παρόντος.
Το ποίημα Ο Δαρείος είναι ιστορικό,
επειδή:
Έχει
ιστορικό υπόβαθρο: Αναφέρεται στην
εποχή του Μιθριδάτη Στ΄ Ευπάτορος και
στους 4 πολέμους του εναντίον των Ρωμαίων,
που άρχισαν το 89 π.Χ. και κράτησαν ως το
63 π.Χ. με αποτέλεσμα την ήττα και την
αυτοκτονία του Μιθριδάτη. Το ποίημα
τοποθετείται πιθανότατα στο πλαίσιο
του Γ΄ Μιθριδατικού πολέμου (74-67 π.Χ
Μας
μεταφέρει σε μια ελληνική πόλη στα
παράλια του Εύξεινου Πόντου, την Αμισό,
γύρω στο 74 π.Χ., όταν άρχισε ο Γ΄ Μιθριδατικός
πόλεμος με τους Ρωμαίους, λίγο πριν από
την καταστροφή της (71 π.Χ.).
Ο τίτλος
παραπέμπει σε γνωστό ιστορικό πρόσωπο,
τον Δαρείο Υστάσπου, το βασιλιά της
Περσίας (521-486 π.Χ.), που διαδέχτηκε τον
Κύρο στο θρόνο των Αχαιμενιδών, σχεδίασε
την πρώτη εκστρατεία των Περσών εναντίον
της Ελλάδας, της οποίας ηγήθηκε ο
Μαρδόνιος που τελικά νικήθηκε στο
Μαραθώνα (490 π.Χ.). Αναφέρεται σε
ιστορικούς λαούς: Πέρσες, Ρωμαίους,
Καππαδόκες.
Ο ήρωάς
του, ο Φερνάζης, γράφει ένα ιστορικό
ποίημα. Η εποχή που γράφτηκε το ποίημα:
Από το 1911 και μετά «ο Καβάφης εκφράζει
τις κύριες θέσεις της βιοθεωρίας του
όχι με φιλοσοφικούς αφορισμούς και
κάπως αφηρημένα σύμβολα με άμεσο
διδαχτικό στόχο, αλλά πιο πολύ με
επεισόδια της ιστορίας διασκευασμένα
σε μικρές δραματικές σκηνές, τέτοιες
που προκαλούν εμμεσοποιημένες εντυπώσεις»
(Σόνια Ιλίνσκαγια, Κ.Π. Καβάφης, 146).
Τα τρία
«κλειδιά» της ποίησης του Καβάφη
(Στρ. Tσίρκας, Ο Kαβάφης και η Eποχή του,
1958): Το πρώτο «κλειδί, το βασικό μοτίβο:
η λόγια πηγή, το ιστορικό γεγονός.
Το δεύτερο
«κλειδί»: το σύγχρονο, το πραγματικό
γεγονός.
Το τρίτο
«κλειδί»: τα βιώματα του ποιητή, το
ψυχικό γεγονός. «H αρμονική αντιστοιχία
των τριών κλειδιών δίνει στο καβαφικό
ποίημα το βάθος. Bάθος χρόνου· βάθος
οράματος· βάθος σκέψης· βάθος συγκίνησης.
Tα δύο πρώτα κλειδιά (δηλ. το συγκεκριμένο
περιστατικό και η λόγια ιστορική πηγή)
λειτουργούν σαν δυο καθρέφτες στημένοι
αντικριστά· γεννούν την αίσθηση μιας
απύθμενης προοπτικής. Aνάμεσα στους δυο
καθρέφτες ο ποιητής υψώνει τη λάμπα
του, το ψυχικό εγώ του». Το ποίημα «Ο
Δαρείος» γράφτηκε από τον Καβάφη το
1917 και δημοσιεύτηκε το 1920. Είναι η εποχή
που η Ελλάδα μπήκε στον Α΄ Παγκόσμιο
Πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ. Ο Καβάφης
και οι υπόλοιποι εργαζόμενοι στην
εταιρεία Αρδεύσεων πιέστηκαν να
υπογράψουν υπέρ της κυβέρνησης του
Βενιζέλου. Ο Καβάφης, αν και φιλοβασιλικός,
υπέγραψε – προσωρινά μόνο, αφού αργότερα
παραιτήθηκε - και πήρε ως αντάλλαγμα
προαγωγή και αύξηση μισθού. Αυτή η
αναντιστοιχία ανάμεσα στην προσωπική
ιδεολογία και την πολιτική αναγκαιότητα
που τον πίεζε, προβλημάτισε πολύ τον
ποιητή, ο οποίος μέσα από το ποίημα
αναρωτιέται για την ανεξαρτησία της
τέχνης και τη δυνατότητα να μένει ο
καλλιτέχνης ανεπηρέαστος από τις
επιταγές των εξωτερικών συνθηκών και
των ιστορικών συγκυριών, δηλαδή για την
ουσιαστική και όχι ωφελιμιστική υπηρέτηση
της Τέχνης.
Τα χρονικά
επίπεδα του ποιήματος:
-Δαρείος
βιαιότητες και ραδιουργίες, επεκτατική
πολιτική 521-486 π.Χ
- Φερνάζης -
Μιθριδάτης Γ΄ Μιθριδατικός πόλεμος –
δραματικός χρόνος 74- 63 π.Χ.
- Καβάφης
Ελλάδα - Α΄ Παγκόσμιος πόλεμος –πραγματικός
χρόνος 1917 μ.Χ.
Το ποίημα
μέσα στο ποίημα
- Ο Δαρείος
του Φερνάζη- Ο Δαρείος του Καβάφη αναδρομή
στο παρελθόν (περ. 74 π.Χ. και περ. 521 π.Χ.)
-αναφορά στο
παρόν (1917 μ.Χ).
- περ. 74 π.Χ.:
σύνθεση του ποιήματος του Φερνάζη «Ο
Δαρείος»
-1920 μ.Χ.:
δημοσίευση του καβαφικού ποιήματος Ο
Δαρείος
το ποιητικό
δίλημμα του Φερνάζη:
- να σταθεί
στο ύψος του ποιητή και να πει την αλήθεια
ή να παρουσιάσει μια ψευδή εικόνα του
Δαρείου, αρεστή στον Μιθιδράτη
- η ποιητική
ιδέα που καλείται να πραγματοποιήσει
ο Καβάφης ως προβληματισμός σχετικά με
τη θέση του ποιητή απέναντι στην εξουσία
και στις επιταγές της ιστορίας
-η εμφάνιση
των Ρωμαίων συντελεί, ώστε το ποιητικό
δίλημμα του Φερνάζη να μετατραπεί σε
υπαρξιακό.
-τα συνταρακτικά
γεγονότα του 1917 μεταθέτουν τον Καβάφη
ενώπιον του υπαρξιακού διλήμματος του
ανθρώπου
-ο Φερνάζης
δίνει λύση στο υπαρξιακό του δίλημμα
και παίρνει θέση στο πλευρό των Ρωμαίων.
-ο Καβάφης
παίρνει θέση υπέρ της εξουσίας των
Άγγλων που στηρίζουν τον Βενιζέλο
-λύση του
ποιητικού διλήμματος: υπεροψία και μέθη
-ποιητική
συνείδηση του Καβάφη γύρω από την ουσία
της εξουσίας: υπεροψία και μέθη
-το ποίημα
του Φερνάζη «Ο Δαρείος» κλείνει τον
κύκλο του, αναδύεται το καβαφικό ποίημα
Ο Δαρείος
Τα πρόσωπα:
Φερνάζης:
Το κεντρικό πρόσωπο, φανταστικό
δημιούργημα, ποιητικό προσωπείο του
ίδιου του Καβάφη. Γύρω του στροβιλίζονται
όλα τα άλλα πρόσωπα καθώς και η δράση.
Καππαδόκης επικός ποιητής (εξελληνισμένος
Πέρσης κατ΄ άλλους), ένας από τους πολλούς
αυλοκόλακες ποιητές του βασιλιά
Μιθριδάτη, επιμελώς τοποθετημένος σε
μια πραγματική ιστορική εποχή και τα
διλήμματά του, οι θέσεις του και οι
σκέψεις του αποκτούν πραγματική υπόσταση
στα μάτια του αναγνώστη. Ο Φερνάζης
διαμορφώνεται ως μία σύνθετη και
πολυεδρική προσωπικότητα. Είναι
φανερό ότι ενδιαφέρει πολύ τον Καβάφη
η ανάδειξη της ψυχολογίας του ήρωά του,
καθώς και η συμπεριφορά του. Το όνομά
του,ίσως, παραπέμπει:
στο όνομα
του γιού του Μιθριδάτη Φαρνάκη που
αργότερα τον πρόδωσε στον Πομπήιο (όπως
αντίστοιχα «πρόδωσε» ο Φερνάζης τον
Μιθριδάτη),
ή στον
ίδιο τον Καβάφη (οι αναγραμματισμοί
στην καβαφική ποίηση είναι συχνοί,
άλλοτε ρητοί- ταυτολογικοί και άλλοτε
υπόρρητοι - κρυπτογραφικοί· πρόκειται
για την τεχνική της απόκρυψης: φΑρνΑκΗς
– κΑβΑφΗς
Ο υπηρέτης
του Φερνάζη: φανταστικό πρόσωπο.
Mιθριδάτης
ο ΣΤ, ο Eυπάτωρ, (126-63 π.X.), εξελληνισμένος
βασιλιάς του Πόντου, που ανταγωνίστηκε
επίμονα τους Pωμαίους. (Μιθριδατικοί
πόλεμοι).
Στο ποίημα
η δράση τοποθετείται στον Γ΄ Μιθριδατικό
πόλεμο εναντίον της Ρώμης, 74- 63 π. Χ. που
έληξε με ήττα του Μιθριδάτη. Θεωρούσε
τον Δαρείο πρόγονό του και η ζωή του
είχε πολλές ομοιότητες με εκείνου:
βιαιότητες και ραδιουργίες για την
κατάληψη του θρόνου, επεκτατική πολιτική
κλπ. Ο Φερνάζης γράφει ένα υμνητικό,
ποίημα για τον Δαρείο με σκοπό να
κολακεύσει το Μιθριδάτη.
Δαρείος
Υστάσπου: βασιλιάς της Περσίας,
διαδέχτηκε τον Κύρο .Σχεδίασε την πρώτη
περσική εκστρατεία εναντίον των Ελλήνων,
με ηγέτη το Μαρδόνιο που κατέληξε στην
ήττα των Περσών στο Μαραθώνα το 490 πΧ
Ο αφηγητής:
Αφηγείται κυρίως σε τρίτο πρόσωπο.
Γνωρίζει τα γεγονότα και διεισδύει
στις σκέψεις του βασικού ήρωα. Είναι
ένας παντογνώστης αφηγητής.
Η σχέση
Καβάφη – Φερνάζη
Ο Καβάφης
στα ιστορικά του ποιήματα συνήθως δεν
εμφανίζεται καθόλου, αντίθετα χρησιμοποιεί
μια persona, ένα ποιητικό προσωπείο, αυτό
του αφηγητή και μέσα από αυτό,
αποστασιοποιημένος και ελεύθερος,
σχολιάζει και κρίνει ελεύθερος από το
άχθος της προσωπικής έκθεσης.
Στο
«Δαρείο» προσπαθεί να αποποιηθεί τη
ταύτισή του με τον Φερνάζη μέσω των εξής
επιλογών:
Ο Φερνάζης
γράφει επικό ποίημα, ενώ ο Καβάφης
έγραφε ρεαλιστική ποίηση (ποιητικός
ρεαλισμός).
ο Φερνάζης
έχει επιτήδευση και ρητορισμό στην
ποίησή του, ενώ ο Καβάφης χαρακτηρίζεται
για την εκφραστική του λιτότητα.
Όμως πολλά
στοιχεία μας δείχνουν καθαρά πως ο
Φερνάζης είναι προσωπείο του Καβάφη:
είναι και
οι δύο ποιητές, με ελληνική παιδεία,
αλλά ζουν εκτός Ελλάδας
ζουν στον
παρακμιακό κόσμο της Ανατολής.
γράφουν
και οι δύο ένα ποίημα ιστορικό, που
έχει τον τίτλο «Δαρείος» (Δαρείος του
Φερνάζη περ. το 70 πΧ, Δαρείος του Καβάφη
το 1920 μ.Χ. )
γράφουν
τα ποιήματά τους σε δύσκολες συγκυρίες:
ο Φερνάζης στη διάρκεια του Γ΄ Μιθριδατικού
πολέμου και ο Καβάφης κατά τον Α΄
Παγκόσμιο Πόλεμο.
η παρέμβαση
των Ρωμαίων μετατρέπει το ποιητικό
δίλημμα του Φερνάζη σε υπαρξιακό,
ενώ αντίστοιχα
η παρέμβαση των γεγονότων με τους
Αγγλογάλλους το 1917 δημιουργεί υπαρξιακό
δίλημμα στον Καβάφη.
Κατά τον
Βελουδή ο Καβάφης ταυτίζεται και
ψυχολογικά με το ποιητικό του είδωλο,
τον Φερνάζη. Έχουμε ήδη μιλήσει για τη
φωνητική ομοιότητα του φανταστικού
ποιητή Φερνάζη με τον Φαρνάκη, το γιό
του Μιθριδάτη που πρόδωσε τον πατέρα
του. Θυμίζουμε ξανά την τεχνική της
απόκρυψης, μέσω του αναγραμματισμού:φΑρνΑκΗς
– κΑβΑφΗς.
Επιπλέον,
«δεν μπορούν να κάνουν ποίηση δίχως να
πουν την αλήθεια, όσο πικρή κι αν είναι.
Αυτή είναι η υπεροψία τους, η πιο αβλαβής
μορφή υπεροψίας που ξέρω» (Μαρωνίτης)
Η στάση του
Καβάφη απέναντι στον Φερνάζη Ο Καβάφης
συνεχώς υποσκάπτει τον πλασματικό
ήρωά του, επιστρατεύοντας την ειρωνεία
στη διαγραφή του χαρακτήρα, των σκέψεων
και των συναισθημάτων του Φερνάζη.
Προβληματίζεται και ο ίδιος στο
θέμα «τέχνη και ζωή», στη θέση του
καλλιτέχνη απέναντι στη ζωή και τα
απρόοπτα ή μη γεγονότα της, μόνο που δεν
ενστερνίζεται τον καιροσκοπισμό
του Φερνάζη.
Ο τρόπος
ανάπτυξης του ποιήματος: Σημασία στο
ποίημα έχουν όχι τόσο οι σκέψεις του
ήρωα, αλλά όλος ο ειρμός και το
λεκτικό σκηνικό και γενικότερα το
ψυχολογικό πορτρέτο του ποιητή. Είναι
ένα δραματοποιημένο ποίημα, οικοδομημένο
στις αρχές της σκηνικής αναπαράστασης
της πραγματικότητας. Ρεαλιστική
λογοτεχνία, μπρεχτική αποστασιοποίηση
(Σόνια Ιλίνσκαγια)
Η αφηγηματική
ιδιοτυπία του ποιήματος Έχουμε ένα
πλάγιο σκηνικό μονόλογο(=υπάρχει
αφηγητής) που διανθίζεται με εσωτερικό
μονόλογο. Οι εναλλαγές από την
τριτοπρόσωπη στην πρωτοπρόσωπη αφήγηση
και οι συνακόλουθες εναλλαγές στην
εστίαση ενισχύουν τη θεατρικότητα του
ποιήματος (δράμα).
Ο
αφηγητής: Στο ποίημα κυριαρχεί ένας
παντογνώστης, τριτοπρόσωπος αφηγητής
(στ.1-4, 6-8, 11-13, 16, 21-25, 34-35), που γνωρίζει τις
σκέψεις, τις πράξεις και τα συναισθήματα
των ηρώων και παρουσιάζει τη διαδικασία
της ποιητικής δημιουργίας ενός ποιητή,
καθώς και τα γεγονότα που εμπλέκονται
και επηρεάζουν τη δημιουργία αυτή. Ο
υποθετικός αφηγητής κρατά καυστική και
επικριτική στάση απέναντι στο Φερνάζη.
Είναι ο ίδιος ο Καβάφης, που υποδύεται
τον ανεξάρτητο παρατηρητή κι έτσι έχει
τη δυνατότητα να ειρωνευτεί, να σαρκάσει
ελεύθερα τον Φερνάζη, που βέβαια είναι
ο ίδιος του ο εαυτός.
Ο
εσωτερικός μονόλογος: στην αφήγηση
παρεμβάλλονται σε πρώτο πρόσωπο οι
σκέψεις του ήρωα. Ο Καβάφης καταγράφει
σε ευθύ λόγο (α΄ενικό και α΄ πληθ.)
τις σκέψεις του Φερνάζη, αλλά και τα
λόγια του υπηρέτη
α) για
να έχει ζωηρότητα ο λόγος και
β) για
να σκιαγραφήσει πιο παραστατικά το ήθος
του Φερνάζη.
στ.
4-6 Aπό αυτόν/ κατάγεται ο ένδοξός μας
βασιλεύς, ο Μιθριδάτης, Διόνυσος κ’
Ευπάτωρ: οι στίχοι σε παρένθεση δείχνουν
την προσπάθεια του Φερνάζη να κολακεύσει
το βασιλιά Μιθριδάτη με το επίθετο
«ένδοξος» και με την παράθεση των τίτλων
του: «Διόνυσος κ’ Ευπάτωρ», τους οποίους
δανείζεται ο Καβάφης από τον Αππιανό.
Οι στίχοι έχουν επικό μέτρο και ρυθμό
και φαίνονται να προέρχονται από το
ποίημά του «Ο Δαρείος».
στ. 9-10 ίσως υπεροψίαν· και μέθην όχι
όμως – μάλλον / σαν κατανόησι της
ματαιότητας των μεγαλείων.
στ. 14-15 Άρχισε ο πόλεμος με τους Ρωμαίους.
/ Το πλείστον του στρατού μας πέρασε τα
σύνορα: αυτή είναι η μοναδική παρουσία
του υπηρέτη.
στ.
17-20 Πού τώρα ο ένδοξός μας βασιλεύς,/ ο
Μιθριδάτης, Διόνυσος κ’ Ευπάτωρ, / μ’
ελληνικά ποιήματα ν’ ασχοληθεί. / Μέσα
σε πόλεμο — φαντάσου, ελληνικά ποιήματα.
στ. 26-33 Και νάταν μόνο αναβολή, πάλι
καλά./ Aλλά να δούμε αν έχουμε κι ασφάλεια
/ στην Aμισό. Δεν είναι πολιτεία εκτάκτως
οχυρή./ Είναι φρικτότατοι εχθροί οι
Pωμαίοι. / Μπορούμε να τα βγάλουμε μ’
αυτούς, / οι Καππαδόκες; Γένεται ποτέ; /
Είναι να μετρηθούμε τώρα με τες λεγεώνες;
/ Θεοί μεγάλοι, της Aσίας προστάται,
βοηθήστε μας
στ. 36-37 το πιθανότερο είναι, βέβαια,
υπεροψίαν και μέθην / υπεροψίαν και
μέθην θα είχεν ο Δαρείος.
Η
καβαφική ειρωνεία: σύνθεση λεκτικής
και δραματικής ειρωνείας Ειρωνεία:
σημαίνει μια δήλωση ή ένα γεγονός που
υπονομεύεται από το πλαίσιο στο οποίο
εμφανίζεται. Το βασικό χαρακτηριστικό
κάθε ειρωνείας είναι µια αντίθεση
ανάμεσα σ΄ ένα φαινόμενο και σε µια
πραγματικότητα. Η λεκτική ειρωνεία
υποβάλλει νοήματα και αισθήματα που δε
βρίσκονται στις λέξεις, αλλά είναι
διαφορετικά ή αντίθετα από το νόημα που
οι λέξεις εκφράζουν. Η δραματική
ειρωνεία πραγματώνεται με την αντίθεση
(ή και σύγκρουση) της μιας κατάστασης
με την άλλη, με την ανάδειξη της ματαιότητας
των επιθυμιών του ήρωα, αλλά και με την
αντίθεση ανάμεσα στις προθέσεις των
ηρώων και τις εξελίξεις που έχουν τα
γεγονότα. Άλλα πιστεύουν οι ήρωες
για τον εαυτό τους και το περιβάλλον
τους κι εντελώς διαφορετική αποδεικνύεται
η πραγματικότητα.
Η
καβαφική ειρωνεία στο ποίημα: α)
λεκτική ειρωνεία
στ. 1-4:«το σπουδαίον μέρος του επικού
ποιήματός του κάμνει»: το σημαντικότερο
(«σπουδαίον») μέρος του ποιήματος του
Φερνάζη είναι ο τρόπος με τον οποίο
«παρέλαβε» ο Δαρείος τη βασιλεία των
Περσών. Η ειρωνεία έγκειται στη υπερβολική
σημασία που αποδίδεται στον τρόπο με
τον πήρε ο Πέρσης βασιλιάς την εξουσία,
καθώς και στη χρήση του ρήματος «παρέλαβε».
Η αλήθεια είναι πως ο Δαρείος σφετερίστηκε
την εξουσία με αιματηρό τρόπο. Η λόγια
κατάληξη του επιθέτου επιτείνει την
ειρωνεία.
στ
5-6: «ο ένδοξός μας βασιλεύς, ο Μιθριδάτης,
Διόνυσος κ’ Ευπάτωρ»: υπερβολική
διατύπωση που, ενώ φαίνεται να κολακεύει
τον βασιλιά, συγχρόνως ειρωνεύεται και
τον ανήθικο τρόπο με τον οποίο πήρε την
εξουσία.
στ. 6-11: «Aλλ’ εδώ χρειάζεται φιλοσοφία·
… Βαθέως σκέπτεται το πράγμα ο ποιητής»:
έκδηλος ειρωνικός τόνος για το ψευτοδίλημμα
του Φερνάζη. Η πρώτη ερμηνεία δεν είναι
κολακευτική για το Δαρείο και το
Μιθριδάτη, αλλά είναι ιστορικά αληθής,
ενώ η δεύτερη είναι ιστορικά αναληθής.
Φαίνεται τελικά πως για ένα ποιητή δεν
έχει τόση σημασία η ιστορική αλήθεια,
όσο η ποιητική τέχνη. Ο Φερνάζης, λοιπόν,
δεν μπορεί να αποφασίσει και σκέπτεται
«βαθέως» το θέμα (στ.11), επίρρημα που
εμπεριέχει ανεπαίσθητη ειρωνεία για
τη σοβαρότητα με την οποία ο ποιητής
«φιλοσοφεί» ένα ασήμαντο θέμα.
στ. 12-20: Η ειρωνεία συνεχίζεται με την
αναγγελία της βαρυσήμαντης είδησης και
της αντίδρασης του Φερνάζη με το επίθετο
«ενεός». Ειρωνική είναι και η επανάληψη
του μακροσκελούς τίτλου του Μιθριδάτη:
τώρα ο βασιλιάς θα πρέπει να αποδείξει
έμπρακτα την αξία των τίτλων του.
Οι
επιφωνηματικές εκφράσεις με το θαυμαστικό
να επιτείνει τον ειρωνικό τόνο: «τι
συμφορά!, Ατυχία!»: Ο Φερνάζης οδύρεται
για την ματαίωση των ιδιοτελών ποιητικών
του σχεδίων σε μια στιγμή που η πατρίδα
του με τον πόλεμο κινδυνεύει και αυτό
και μόνο θα έπρεπε να αποτελεί την
απόλυτη προτεραιότητά του.
Για το Φερνάζη είναι άτοπο και οξύμωρο
ο Μιθριδάτης μέσα σε πόλεμο να ασχοληθεί
με ελληνικά ποιήματα. Είναι ειρωνεία
να ασχολείται κάποιος με την τέχνη, όταν
η χώρα του βρίσκεται σε κίνδυνο
(«φαντάσου»).
Η
λέξη «Ατυχία!» και όλος ο «σκηνικός»
μονόλογος δείχνουν το «δράμα» του
Φερνάζη, που ενδιαφέρεται περισσότερο
για την εύνοια του Μιθριδάτη και τη
βελτίωση της θέσης του, παρά για τον
πόλεμο ή για το περιεχόμενο της ποίησής
του : «Τι αναβολή, τι αναβολή στα σχέδιά
του».
στ. 36-37: «επίμονα κ’ η ποιητική ιδέα πάει
κι έρχεται, το πιθανότερο είναι, βέβαια,
υπεροψίαν και μέθην· υπεροψίαν και
μέθην θα είχε ο Δαρείος »: ο Φερνάζης
ανακτά την ποιητική του ιδιότητα και η
νέα πραγματικότητα του πολέμου δίνει
την τελική απάντηση στο δίλημμα. β) οι
επαναλήψεις ως στοιχείο ειρωνείας :
«
ελληνικά ποιήματα»: αποδίδεται η απόγνωση
του Φερνάζη για την έναρξη του πολέμου,
αλλά συγχρόνως ο Καβάφης ειρωνεύεται
την αλαζονική προσκόλληση του ποιητή
στα προσωπικά του σχέδια σε μια τόσο
δύσκολη στιγμή για την πατρίδα
«τι αναβολή, τι αναβολή»: ο Καβάφης
ειρωνεύεται την πρόθεση του ποιητή να
αποκομίσει δόξα, φήμη και κοινωνική
αναγνώριση από την ποίηση.
η
επανάληψη του τίτλου «ο ένδοξός μας
βασιλεύς, ο Μιθριδάτης, Διόνυσος κ’
Ευπάτωρ», όπου ο Καβάφης ειρωνεύεται
τον Μιθριδάτη ·ενώ γνωρίζουμε τον δόλιο
τρόπο με τον οποίο πήρε την εξουσία,
τώρα στη δυσκολία του πολέμου καλείται
να αποδείξει πως οι τίτλοι του τον
αντιπροσωπεύουν.
γ) Η
δραματική ειρωνεία: ο Φερνάζης
σχεδιάζει το μέλλον του, αλλά ο πόλεμος
ανατρέπει τα σχέδιά του·και ο τριτοπρόσωπος
αφηγητής, που γνωρίζει τις πραγματικές
επιδιώξεις του Φερνάζη και του καταλογίζει
καιροσκοπισμό, χαμογελάει ειρωνικά
πίσω από τη σκηνή. Η δραματική ένταση
και η απόγνωση του Φερνάζη κορυφώνονται
στον στ. 33, όπου ο ήρωας, παρά την προσήλωσή
του στον ελληνικό πολιτισμό, καταφεύγει
με επίκληση στους θεούς που προστατεύουν
την Ασία.
Στοιχεία
θεατρικότητας του ποιήματος
Το
ποίημα έχει θεατρική δράση και πλοκή.
(Δραματικά απρόοπτα είναι η εμφάνιση
του υπηρέτη και ο πόλεμος).
Το
ποίημα αναφέρεται σε συγκεκριμένες
εσωτερικές και εξωτερικές αντιδράσεις
ενός ήρωα.
Ο
ποιητής παρεμβάλλει ρητορικές ερωτήσεις
και εσωτερικό μονόλογο.
Υπάρχει
συνεχής εναλλαγή τριτοπρόσωπης και
πρωτοπρόσωπης αφήγησης.
Γλώσσα: Δημοτική με στοιχεία
καθαρεύουσας:
αρχαιοπρεπές λεξιλόγιο, όταν αναφέρεται
στην εποχή του Φερνάζη: σπουδαίον,
υπεροψίαν και μέθην θα είχεν, κατανόησι
της ματαιότητος των μεγαλείων, το
πλείστον του στρατού μας, ενεός, βασιλεύς,
επικριτάς, προστάται. λέξεις καθημερινές
(κάμνει)
ορισμένες λέξεις με ιδιότυπη νοηματοδότηση
(αγγέλλει = αναγγέλλει, εκτάκτως =
ιδιαιτέρως, θετικό = σίγουρο,
τες = τις
Το
αποτέλεσμα είναι πεζολογικός τόνος
και ρεαλιστική έκφραση.
Το
ύφος είναι ζωηρό, επιτηδευμένο και
ειρωνικό.
Τα
σημεία στίξης και η λειτουργία τους
θαυμαστικό: στ.21: αισθητοποίηση της
ειρωνείας του Καβάφη προς τον Φερνάζη.
άνω τελεία: στ. 7, 9, 36: στοχαστικό κλίμα,
προβληματισμός του αναγνώστη.
παύλα: στ. 9: ειρωνεία, στ. 20 ειρωνεία, στ.
33 αισθητοποίηση της απόγνωσης του
Φερνάζη, στ. 35 αισθητοποιεί την ποιητική
ιδέα του Φερνάζη που αλλάζει και αφήνει
στον αναγνώστη περιθώρια προβληματισμού.
ερωτηματικά: στ 31, 32, ρητορικές ερωτήσεις,
η αγωνία του Φερνάζη, η ειρωνεία του
Καβάφη.
παρένθεση: στ. 4-6 ειρωνεία.
διπλή τελεία: στ. 8 οι επόμενοι στίχοι
εκφέρονται από τον Φερνάζη.
εισαγωγικά: στ. 22, τίτλος του ποιήματος
του Φερνάζη, « Δαρείος».
Στιχουργική
του ποιήματος
απουσία ομοιοκαταληξίας και γενικά
παραβίαση της παραδοσιακής ποιητικής
φόρμας (ελεύθερος στίχος).
Η
οργάνωση του στίχου γίνεται με βάση τη
νοηματική πληρότητα. χρήση χαλαρού
ιαμβικού μέτρου.
μετρικές ιδιοτυπίες, όπως η κατάργηση
ή η ανορθόδοξη χρήση της τομής ή η
παρουσία χασμωδιών: πράγμα ο ποιητής
(στ. 11), φαντάσου ελληνικά (στ. 20), τι
αναβολή (στ.25), να δούμε αν (στ. 27), κι
ασφάλεια (στ. 27), ποιητική ιδέα (στ.35),
πιθανότερο είναι (στ.36). Τα γνωρίσματα
της καβαφικής τέχνης
Πεζολογία (π.χ. στ.1-8) / Λεκτική λιτότητα
(π.χ. στ.12, 14, 21) / Ρεαλισμός (π.χ. στις
αντιδράσεις του Φερνάζη) / Συμβολική
χρήση ιστορικών προσώπων (του Δαρείου,
Μιθριδάτη) / Ακριβολογία (π.χ. στ.16, 21, 29)
/«Αντιλυρική" γλώσσα (π.χ. στ.11, 29) /
Χρήση παρενθέσεων (στ. 4-7)
Επαναλήψεις λέξεων ή φράσεων (π.χ. οι
στ.5-6, 9, 19, 25 επαναλαμβάνονται αντίστοιχα:
17-18, 27, 20, 26). Σκόπιμα επαναλαμβάνεται δύο
φορές ο τίτλος του Μιθριδάτη («ο ένδοξός
μας βασιλεύς / ο Μιθριδάτης, Διόνυσος
κ’ Ευπάτωρ», που τονίζει την ειρωνική
στάση του ποιητή-αφηγητή απέναντι σε
κάθε είδους «αυλοκόλακες» και καλλιτέχνες
με ιδιοτελείς σκοπούς, αλλά και απέναντι
σε κάθε αλαζονική εξουσία. Τον ίδιο
στόχο υπηρετεί και η τριπλή επανάληψη
του διλήμματος του Φερνάζη «υπεροψίαν
και μέθην». Παρατηρούνται ακόμη
επαναλήψεις λέξεων («ο ποιητής», «ελληνικά
ποιήματα», «αναβολή») που αποτελούν
βασικές έννοιες του ποιήματος.
λιτότητα και οικονομία στην έκφραση(επίδραση
του παρνασσισμού)
λιτή και μετρημένη χρήση των επιθέτων
που υπαινίσσονται τη στάση του Καβάφη
απέναντι σε πρόσωπα και αξίες αλλά και
εξυπηρετούν το μέτρο και τον ρυθμό
Ο
Δαρείος είναι ένα ποίημα αντιθέσεων
και συνεχών αυτοαναιρέσεων:
στ.
11: αλλά: η στοχαστική ατμόσφαιρα της
πρώτης στροφικής ενότητας, η ποιητική
ενασχόληση διακόπτεται με το δραματικό
απρόοπτο της εισόδου του υπηρέτη και
της είδησης του πολέμου.
στ.
20: η ενασχόληση με ποιήματα γραμμένα
στην ελληνική γλώσσα σε αντίθεση με την
αγριότητα του πολέμου
Ο
τίτλος του ποιήματος: Ο Δαρείος
Είναι μονολεκτικός με το οριστικό άρθρο
(όπως οι τίτλοι του Σαχτούρη).
Δημιουργεί
– μετά την ανάγνωση του ποιήματος- την
απορία αν είναι ο Πέρσης βασιλιάς ή ο
τίτλος του ποιήματος που γράφει ο
Φερνάζης και το οποίο εγκιβωτίζεται
μέσα στο ποίημα του Καβάφη («ποίημα μέσα
στο ποίημα»).
Ο
τίτλος του ποιήματος του Καβάφη (Ο
Δαρείος) είναι χωρίς εισαγωγικά, ενώ ο
τίτλος του ποιήματος που σχεδιάζει ο
Φερνάζης μέσα στο κείμενο κλείνεται σε
εισαγωγικά («Ο Δαρείος»)
. Ο
Καβάφης χρησιμοποιεί σπανίως το οριστικό
άρθρο στα κύρια ονόματα των τίτλων Το
οριστικό άρθρο χρησιμοποιείται μόνο
σε γνωστά ιστορικά πρόσωπα Τα επινοημένα
(και όχι ιστορικά) πρόσωπα αναφέρονται
χωρίς άρθρο στον τίτλο.
Ο
Δαρείος ή «Ο Δαρείος»; Αν είναι το
ιστορικό πρόσωπο, τότε θίγεται η αλαζονεία
της εξουσία. Αν είναι το ποίημα μέσα στο
ποίημα, τότε θίγεται ο εγωκεντρισμός
(ή και η αφοσίωση) του καλλιτέχνη (μέσα
σε πόλεμο / φαντάσου- ελληνικά ποιήματα)
Επομένως: Είναι πολύ πιθανό ο τίτλος να
υποδεικνύει και τα δύο. Αν ο Καβάφης
γράφει ένα ποίημα που αναφέρεται στον
Πέρση βασιλιά και όχι στο ποίημα του
Φερνάζη, το κάνει για να τονίσει την
υπεροψία της εξουσίας (Σαββίδης). Αν ο
Καβάφης αναφέρεται στο ποίημα του
πλασματικού ποιητή, τότε αυτό γίνεται
το άλλοθι του Καβάφη για τη γραφή ενός
ποιήματος, που αναφέρεται στην κυοφορία
και την τελική επεξεργασία της ποιητικής
ιδέας, η οποία προσαρμόζεται στις
εκάστοτε ιστορικές συνθήκες (εδώ βοηθά
τον ποιητή να προβάλει την ύβρι των
βασιλιάδων). Έτσι, το ποίημα αποκτά και
φιλοσοφικό περιεχόμενο, θέτοντας το
ζήτημα της σχέσης ιστορίας και τέχνης.
Ανάλυση περιεχομένου
1 η
στροφή (στίχοι 1-11): η δημιουργική
διαδικασία και το δίλημμα του ποιητή
Ο
ποιητής Φερνάζης, ποιητικό προσωπείο
του Καβάφη, συνθέτει ένα επικό ποίημα
για τον Δαρείο Α΄, πρόγονο του Μιθριδάτη
ΣΤ΄. Το σημείο που τον απασχολεί ιδιαίτερα
είναι το πώς «παρέλαβε» την εξουσία ο
Δαρείος μετά το θάνατο του προκατόχου
του. Το ρήμα παρέλαβε, που υποδηλώνει
μια ήπια μετάβαση της εξουσίας, αποκρύπτει
τη βία που χρειάστηκε να ασκήσει ο
Δαρείος, για να ανέλθει στην εξουσία.
Ο
Φερνάζης βρίσκεται αντιμέτωπος μ’ ένα
ουσιώδες δίλημμα: α) να σεβαστεί την
ποιητική του τέχνη και να καταγράψει
ό,τι αποτελούσε την ιστορική αλήθεια,
αποδίδοντας στον Δαρείο υπεροψίαν και
μέθην. Έτσι όμως θα διακινδύνευε το
προσωπικό του όφελος, καθώς θα δυσαρεστούσε
τον τωρινό βασιλιά Μιθριδάτη, απόγονο
του Δαρείου, β) να προτάξει την προσωπική
του ανάδειξη και να καταγράψει στο
ποίημά του μια αναληθή εικόνα της
πραγματικότητας με σκοπό να κερδίσει
την εύνοια του βασιλιά, δρώντας με
ιδιοτέλεια και λειτουργώντας οπορτουνιστικά
με μοναδικό γνώμονα το προσωπικό του
συμφέρον. Έτσι όμως θα ήταν ένας
αυλοκόλακας, που ξεπουλάει κι αυτήν
ακόμα την τέχνη του, για να εξασφαλίσει
την εύνοια του ισχυρού βασιλιά και να
αναδειχτεί ανάμεσα στους ανταγωνιστές
ομότεχνούς του ποιητές. ἰσως υπεροψίαν
και μέθην: Η πρώτη σκέψη του ποιητή είναι
πως ο νέος βασιλιάς ίσως θα αισθανόταν
υπεροψία, δηλαδή υπερβολική υπερηφάνεια
για το κατόρθωμά του να υπερισχύσει
έναντι των άλλων διεκδικητών και να
γίνει εκείνος ο ηγεμόνας ενός μεγάλου
κράτους, και μέθη, ένα αίσθημα ζάλης από
την έκταση και το μέγεθος της δύναμης
που αποκτούσε. Ένα αίσθημα υπέρβασης
του μέτρου των ανθρωπίνων πραγμάτων, η
αρχαιοελληνική ύβρις. μάλλον σαν
κατανόησι της ματαιότητος των μεγαλείων:
Η επόμενη σκέψη του ποιητή είναι να
αποδώσει στον Δαρείο μια αίσθηση
ωριμότητας, να τον παρουσιάσει ως
συγκροτημένη προσωπικότητα που έχει
επίγνωση της ματαιότητας και του εφήμερου
των ανθρώπινων πραγμάτων και βέβαια
επίγνωση της ματαιότητας της εξουσίας.
Για έναν τέτοιο ηγέτη εκείνο που θα είχε
σημασία θα ήταν η ευθύνη του απέναντι
στους πολίτες του κράτους και η υποχρέωσή
του να τους υπηρετήσει με τον καλύτερο
δυνατό τρόπο. Αυτή η στάση ζωής, δηλαδή
η επίγνωση της ματαιότητος, που είναι
η συνειδητοποίηση του ανθρώπινου μέτρου,
αναιρεί την υπεροψίαν και μεθην, που
είναι η υπέρβαση των ορίων. Η ανάδειξη
του Δαρείου ως σωστού ηγέτη θα κολάκευε
τον απόγονό του, τον Μιθριδάτη. Όμως δεν
είναι αυτή η ιστορική αλήθεια και γι’αυτό
ο ποιητής Φερνάζης παλεύει ανάμεσα στο
ίσως και στο μάλλον και βαθέως σκέπτεται
το πράγμα.
2 η
στροφή (στίχοι 12-15): η έναρξη του πολέμου
ως δραματικό απρόοπτο
Ενώ
ο ποιητής βαθέως σκέπτεται για τη λύση
που θα δώσει στο δίλημμά του, στο σκηνικό
της ποιητικής δράσης εισβάλλει απρόοπτα
ο υπηρέτης του, σαν τον άγγελο στις
αρχαίες τραγωδίες και εν είδει αγγελικής
ρήσης τον ενημερώνει για την αλλαγή της
κατάστασης: άρχισε ο αναμενόμενος
πόλεμος με τους Ρωμαίους. Ο ποιητής μας
τώρα έχει να αντιμετωπίσει μια νέα
πραγματικότητα.
3 η
στροφή (στίχοι 16-20): ο ποιητής
συνειδητοποιεί την ακύρωση του έργου
του.
Η
αλλαγή των ιστορικών συνθηκών, το
ξέσπασμα του πολέμου με τους Ρωμαίους,
ανατρέπει τα σχέδια του ποιητή Φερνάζη,
γιατί ο βασιλιάς Μιθριδάτης μέσα στη
δίνη του πολέμου δεν πρόκειται να
ενδιαφερθεί για τα ποιήματά του. Με τη
φράση «ελληνικά ποιήματα» από τη μια
υποδηλώνεται η παγκοσμιότητα της
ελληνικής γλώσσας και από την άλλη, ο
προσδιορισμός «ελληνικά» δείχνει να
συντελεί στην υποβάθμιση του ενδιαφέροντος
του βασιλιά. Μοιάζει να θεωρεί ασήμαντα
τα ποιήματα, που έτσι κι αλλιώς σε μια
τέτοια κατάσταση περνούν αδιάφορα. Ίσως
υποδηλώνεται η μη ουσιαστική επαφή του
Μιθριδάτη με την ελληνική παιδεία, παρά
το γεγονός πως ήταν γνώστης της ελληνικής
γλώσσας και κατά τη διάρκεια της βασιλείας
του φρόντισε για τη διάδοση του ελληνικού
πολιτισμού. Αυτό ενοχλεί τον Φερνάζη
που αντιδρώντας ατομικιστικά, ως ποιητής,
αδιαφορεί για το μείζον, την τύχη της
πατρίδας του αυτή την κρίσιμη ώρα του
πολέμου. Στους στίχους αυτούς λανθάνει
το ερώτημα αν καθίσταται περιττή ή
ανώφελη η ενασχόληση με την ποιητική
τέχνη κατά τη διάρκεια σημαντικών
γεγονότων, όπως είναι μια περίοδος
πολεμικών συγκρούσεων. Κι ενώ η προφανής
απάντηση για τον Φερνάζη είναι πως η
ποίηση δεν έχει θέση σε μια τέτοια
περίοδο, στην πραγματικότητα απαιτείται
μια διαφορετική προσέγγιση: η ποίηση
οφείλει να είναι παρούσα σε κρίσιμες
στιγμές, πραγματευόμενη όμως τη φύση
των προβλημάτων που επηρεάζουν τη ζωή
των ανθρώπων εκείνη την περίοδο. Η ποίηση
οφείλει να είναι πάντα ενεργή προσφέροντας
προβληματισμούς, ηθική στήριξη και
σκέψεις που μπορούν να βοηθήσουν στην
καθαρότερη και ουσιαστικότερη θέαση
των πραγμάτων. Η επανάληψη των τίτλων
του Μιθριδάτη, «Διόνυσος και Ευπάτωρ»,
αλλά και της φράσης «ελληνικά ποιήματα»,
λειτουργεί προς την κατεύθυνση της
ειρωνείας· και πάλι υπονοείται πως, ενώ
ο Μιθριδάτης εθεωρείτο προστάτης των
ελληνικών γραμμάτων, τελικά αποδείχτηκε
πως η ενασχόληση και το ενδιαφέρον του
ήταν επιφανειακά με μοναδικό σκοπό του
να δώσει μια επίφαση πολιτισμού στην
εξουσία του.
4 η
στροφή (στίχοι 21-25): Τα συναισθήματα
του Φερνάζη λόγω της ματαίωσης των
σχεδίων του. Ο Φερνάζης οδύρεται για
την ματαίωση των ιδιοτελών ποιητικών
του σχεδίων σε μια στιγμή που η πατρίδα
του κινδυνεύει και αυτό και μόνο θα
έπρεπε να αποτελεί την απόλυτη
προτεραιότητά του. Στους στίχους αυτούς
ο Καβάφης ειρωνεύεται την αδημονία και
την απόγνωση του Φερνάζη, ο οποίος
σκόπευε να χρησιμοποιήσει την ποίηση
ως μέσο για ν’ αποκτήσει φήμη και
καταξίωση και για να αποστομώσει τους
επικριτές του. Η στάση αυτή του Φερνάζη
είναι ένα ακόμη στοιχείο ειρωνείας,
καθώς η υπεροψία και η μέθη, που
χαρακτήριζαν ηγέτες σαν τον Δαρείο,
τώρα αποδίδονται και στον ίδιο τον
ποιητή. Ο Φερνάζης θεωρούσε βέβαιο πως
με την ολοκλήρωση του ποιήματός του θα
κέρδιζε την αναγνώριση, θα ζούσε ίσως
με υπεροψίαν και μέθην. Η αιφνίδια ὀμως
αλλαγή των ιστορικών συνθηκών θα τον
οδηγήσει στην κατανόησι της ματαιότητος
των μεγαλείων.
5 η
στροφή (στίχοι 26-33): Ο Φερνάζης
συνειδητοποιεί τη νέα κατάσταση και
εναποθέτει όλες τις ελπίδες του στη
θεϊκή βοήθεια.
Ο
Φερνάζης αλλάζει στάση, καθώς συνειδητοποιεί
την αλλαγή των ιστορικών συνθηκών. Την
αρχική του απογοήτευση για τη ματαίωση
των ποιητικών του σχεδίων την διαδέχεται
η ανασφάλεια για την τύχη της πόλης του
αλλά και τη δική του. Αναλογίζεται πως
η Αμισός δεν είναι μια αρκούντως οχυρωμένη
πόλη και οι Ρωμαίοι είναι φριχτότατοι
εχθροί. Είναι ο άνθρωπος που δε θα
αναλάμβανε ενεργή συμμετοχή στις
πολεμικές συγκρούσεις, ο άνθρωπος που
απέχει από τη δράση και τη δυναμική
προάσπιση της ασφάλειας της δικής του
και των γύρω του.Ταράζεται από τον φόβο,
κορυφώνεται το αδιέξοδό του και
επικαλείται τους θεούς σε μια κορύφωση
της απόγνωσής του («θεοί μεγάλοι της
Ασίας προστάται, βοηθήστε μας»).Από αυτό
το σημείο συμπεραίνουμε την ασιατική
του καταγωγή, που υπερισχύει στη σκέψη
του, ενώ η ελληνική του παιδεία μπαίνει
πια στο περιθώριο. Αν και ο ποιητής μας
είναι εξελληνισμένος, ο φόβος τον ωθεί
προς τους πατρογονικούς του θεούς. Η
καβαφική ειρωνεία αποφορτίζει τη
δραματική ένταση των στίχων.
6 η
στροφή (στίχοι 34-37): η συνέχιση της
ποιητικής δημιουργίας και η τελική
επιλογή του ποιητή.
Η
ήττα του Μιθριδάτη είναι κοντά και ο
Φερνάζης, επηρεασμένος από το πολεμικό
κλίμα, προσαρμόζει την ποιητική του
σκέψη και προσανατολίζεται να υπηρετήσει
την ποιητική τέχνη από την πλευρά της
αλήθειας. Η ζυγαριά κλίνει προς την
υπεροψίαν και μέθην του Δαρείου. Δεν
τον ενδιαφέρει πια η εύνοια του Μιθριδάτη
αλλά ίσως η εύνοια των Ρωμαίων που
πρόκειται να αναλάβουν τώρα την εξουσία
στην κατακτημένη χώρα του. επίμονα κ’
η ποιητική ιδέα πάει κ’ έρχεται: Σε
πρώτη ανάγνωση ο Φερνάζης δείχνει ο
ποιητής που είναι πάντα προσηλωμένος
στην τέχνη του παρά τις αντίξοες συνθήκες.
Ο Καβάφης δείχνει να πιστεύει πως η
ποιητική δραστηριότητα δεν μπορεί να
ανασταλεί, ακόμη και κάτω από αντίξοες
συνθήκες. Αυτό που συμβαίνει είναι πως
η ποιητική πράξη επηρεάζεται από τον
περιβάλλοντα ιστορικό και κοινωνικό
χώρο Ο Φερνάζης βέβαια δεν απαλλάσσεται
ούτε στο τέλος από την κατηγορία του
καιροσκοπισμού.
Γράφει
ο Γ. Βελουδής: «Είναι φανερό ότι η στάση
του Καβάφη απέναντι στο ποιητικό του
είδωλο είναι ειρωνική: Ο - οπορτουνιστής
- ποιητής Φερνάζης αποφασίζει να δώσει
στο έργο του «γραμμή» ευδιάκριτα
αντιμιθριδατική (η «υπεροψία» και η
«μέθη» του προγόνου του Μιθριδάτη
Δαρείου αποτελούσαν βέβαια κάθε άλλο
παρά εγκώμιο για τον απόγονό του), απ'
τη στιγμή που διαβλέπει ότι η είσοδος
των ρωμαίων, των μελλοντικών αφεντικών
του, στην Αμισό είναι αναπόφευκτη - ο
Φερνάζης έχει ήδη περάσει, ψυχολογικά
και διανοητικά, στο στρατόπεδό τους».
«υπεροψίαν και μέθην»: Ίσως γιατί
τώρα με τις ρωμαϊκές λεγεώνες προ των
πυλών και τη γενικότερη πολεμική
ατμόσφαιρα, η υπεροψία και η μέθη
ταιριάζουν καλύτερα σε ένα βασιλιά και
όχι η φιλοσοφική διάθεση και η κατανόηση
της ματαιότητας των μεγαλείων. Την
αλαζονεία της εξουσίας του Δαρείου έχει
μάλλον στο νου του ο Φερνάζης, η οποία
αποτέλεσε «ύβριν» προς τους θεούς και
έτσι νικήθηκε ο μέγας βασιλιάς. Αυτό
αποτελεί και έμμεσο υπαινιγμό ή ευχή
για ανάλογη τύχη του Μιθριδάτη. Ίσως
όμως να υπαινίσσεται ο Καβάφης και την
αλαζονεία του ίδιου του ποιητή, που
μπροστά στις δύσκολες ιστορικές συνθήκες
σκέφτεται μόνο τις προσωπικές ποιητικές
του βλέψεις. Μπορεί επίσης ο Καβάφης να
θίγει με το ποίημά του και την έπαρση
γενικά του καλλιτέχνη, που σε κάθε νέο
δημιούργημά του αισθάνεται πως έχει
συλλάβει την τελειότητα και με αυτό
ελπίζει να ανέβει στη σκάλα της ποίησης
και να αποστομώσει τους επικριτές του.
Το
ήθος του Φερνάζη: Εμφανίζεται ως ένας
πολύ ζωντανός και ανθρώπινος χαρακτήρας,
με αδυναμίες, ιδιοτέλειες και υπολογισμούς.
Η απρόσμενη τροπή της τύχης τού δημιουργεί
ένα πλήθος ανάμεικτων αισθημάτων:
έκπληξης, απογοήτευσης, ανησυχίας και
ανασφάλειας. Μπροστά στον κίνδυνο της
πατρίδας του καταφεύγει σε «μικρόψυχες»
σκέψεις, σκεπτόμενος μόνο τον εαυτό του
και την ποιητική του ανέλιξη. Στο τέλος
του ποιήματος φαίνεται τελικά πως
υπηρετεί την ποιητική του αποστολή, το
καταστάλαγμα όμως της ποιητικής του
ιδέας εξακολουθεί να περιέχει ένα είδος
ιδιοτέλειας, αφού η μοίρα του ως ποιητή
δεν εξαρτάται, στο άμεσο μέλλον, από το
Μιθριδάτη, αλλά από τη νέα ιστορική
πραγματικότητα (την υποταγή στους
Ρωμαίους).
Η
ποιητική ιδέα
Παρά
την κρισιμότητα της κατάστασης, ο
Φερνάζης μέσα στο μυαλό του επεξεργάζεται
και την ποιητική ιδέα. Ο αφηγητής μάς
εκθέτει πώς η ιστορική πραγματικότητα
αίρει το αρχικό δίλημμα του Φερνάζη: το
πιο πιθανό είναι ο Δαρείος να είχε
υπεροψία και μέθη. Μέσα σ’ αυτήν «την
ταραχή και το κακό» η ποιητική έμπνευση
προσαρμόζεται στις νέες συνθήκες και
παίρνει τελική μορφή στο στημόνι της
ιστορίας. Και, κατά τη συνήθη τεχνική
του Καβάφη, το «μυθικό» γεγονός (το
ποίημα του Φερνάζη) ενσωματώνεται στο
ιστορικό γεγονός (τον πόλεμο ανάμεσα
στους Ρωμαίους και Καππαδόκες). Ούτε ο
πόλεμος και η μεγάλη αναστάτωση που
προκαλεί δεν κάνει τον καλλιτέχνη να
εγκαταλείπει το ποιητικό του λειτούργημα.
Ίσως μόνο να το προσαρμόζει και να το
μετασχηματίζει. Ο Καβάφης και η «ποιητική
ιδέα» […]. Μολονότι το εν λόγω ποίημα
βρίθει από ιστορικές πληροφορίες και
αναφέρεται σε γεγονότα ιστορικά, το
ιστορικό σκηνικό, που τοποθετείται το
74 π.Χ., χρησιμεύει ως «πρόσχημα» για να
διατυπώσει την άποψή του ως προς τη
διαδικασία της ποιητικής δημιουργίας.
Κατά τον Ελύτη, ο Έλιοτ και ο Καβάφης
«μυθοποιούν» το ιστορικό παρελθόν και
εντάσσουν σ’ αυτό σύγχρονές τους
«ανάλογες συναισθηματικές καταστάσεις».
Ειδικότερα, η μέθοδος του Αλεξανδρινού
ποιητή είναι να χρησιμοποιούνται «οι
άγνωστες και παραμελημένες πτυχές της
ελληνικής ιστορίας», με τους πρωταγωνιστές
της να μοιάζουν ένα «είδος ηθοποιών».
Δηλαδή μέσα από την «προσωποποίηση
εποχών και ανθρώπινων (ιστορικών ή
φανταστικών) τύπων» τούς αναθέτει «με
τέλεια ηθοποιία» να παίξουν το «ατομικό
δράμα» του ποιητή. Ο Νικόλαος Κάλας
[γνωστός και με το ψευδώνυμο Νικήτας
Ράντος] ήδη από το 1932 στο περιοδικό
Κύκλος υπογραμμίζει ότι «σχίζοντας το
πέπλο της ιστορίας στο έργο του Καβάφη,
έχουμε μια εικόνα της σύγχρονης ζωής».Ο
Κάλας, σε άρθρο του στο Βήμα, το 1975,
σχολιάζει το ανωτέρω ποίημα του Καβάφη,
συσχετίζοντας τον Ελύτη με τον ποιητή
Φερνάζη. Ειδικότερα, ο Ελύτης, στο κείμενό
του: «Το χρονικό μιας δεκαετίας»,
αναφερόμενος στη φρίκη του πολέμου που
ο ίδιος βίωσε στο μέτωπο, σημειώνει: «Κι
αλήθεια είχα γίνει κι εγώ ένας Φερνάζης.
Η ποιητική ιδέα πήγαινε κι ερχότανε
μέσα σ’ όλη την ταραχή και το κακό». Τη
στιγμή εκείνη η σκέψη του Ελύτη στρέφεται
στην ποίηση του Κάλβου και στην ποίηση
του Καβάφη. Θαύμαζε την ικανότητα που
είχε η ποίηση του Καβάφη να «προσαρμόζεται
σε όλες τις καταστάσεις». Μπροστά στον
μεγαλύτερο κίνδυνο για την ίδια τη ζωή
του, η ιδέα της τέχνης και ειδικότερα
της ποίησης δημιουργούσε στον Ελύτη το
συναίσθημα ότι πρέπει μ’ όλες του τις
δυνάμεις να υπερβεί τη φρίκη του πολέμου
και να επιδιώξει τη διεκδίκηση της ζωής.
«Μέσα στον πόλεμο -φαντάσου- ελληνικά
ποιήματα». Ο Κάλας, αν και επισημαίνει
τη διαφορετική κατάσταση διακινδύνευσης
μεταξύ του Ελύτη και του ποιητή Φερνάζη,
εν τούτοις συμφωνεί ότι «τόσο ο Ελύτης
όσο και ο Φερνάζης», για να επιζήσουν,
«έπρεπε να προσαρμόσουν τη σκέψη τους
σε μια κατάσταση όπου η ταραχή κι ο φόβος
τούς έκανε ν’ αντιληφθούν ότι γι’
αυτούς η ποίηση είναι αδιάσπαστα
συνδεδεμένη με τη ζωή». […]. (Μαρία
Χατζηγιακουμή, από το αφιέρωμα στον
Κ.Π.Καβάφη , σε επιμέλεια Κώστα Βούλγαρη,
εκδόσεις poema 2013 –δημοσίευση στην
εφημερίδα Αυγή 26-5-2013).
Ερμηνευτικές
προσεγγίσεις από το βιβλίο του καθηγητή:
1. Ο ποιητής Φερνάζης είναι ένα από τα
πολλά φανταστικά πρόσωπα είτε και
προσωπεία του Καβάφη, των οποίων το
δράμα γίνεται πειστικό, όχι απλώς επειδή
είναι ζυμωμένα με την κοσμική εμπειρία
του δημιουργού τους, αλλά και γιατί
είναι επιμελώς τοποθετημένα στα πλαίσια
της «ιστορικής δυνατότητας» (η έκφραση
αυτή ανήκει στον Καβάφη). (Γ.Π. Σαββίδης).
2. […].Πρωταγωνιστής του ποιήματος είναι
ένας φανταστικός ελληνόγλωσσος Καππαδόκης
ποιητής, ονόματι Φερνάζης, που, όπως ο
Καβάφης, γράφει ένα ιστορικό ποίημα με
τίτλο «Ο Δαρείος». Αλλά με την εξής
ουσιώδη διαφορά: ότι ο Φερνάζης γράφει
το ποίημά του για να καλοπιάσει τον
εξελληνισμένο απόγονο του Δαρείου,
Μιθριδάτη ΣΤ», βασιλιά του Πόντου, και
συνεπώς δυσκολεύεται να πει την ιστορική
αλήθεια: πως ο Δαρείος, πριν από 400 χρόνια,
είχε σφετεριστεί τον θρόνο της Περσίας,
πατώντας επί πτωμάτων. Ξαφνικά, όμως, η
παράτολμη απόφαση του Μιθριδάτη να
επιτεθεί στους Ρωμαίους, ανατρέπει μεν
όλα τα αυλικά σχέδια του Φερνάζη, μα τον
ελευθερώνει να γράψει την αλήθεια.
Σύμφωνα με την πάγια αντίληψη του Καβάφη
η σύγχρονη ιστορική πραγματικότητα
επικυρώνει και επικυρώνεται από την
αρχαία ιστορία. Σημειωτέον πως ο Καβάφης
αποφεύγει - όπως και σε ένα άλλο του
ποίημα- να πάρει θέση εναντίον του
Μιθριδάτη. Προφανώς, επειδή ο φιλέλλην
αυτός μονάρχης υπήρξε από τα 88 ως τα 63
π.Χ. ο πιο επίφοβος αντίπαλος της Ρώμης
στην καθ' ημάς Ανατολή: όσο υστερούσε
σε στρατηγική, σχεδόν άλλο τόσο υπερείχε
σε τακτική. (Γ.Π. Σαββίδης) 3. Όταν αρχίζει
το ποίημα, ο Φερνάζης βρίσκεται σκυμμένος
πάνω στο επικό του έργο- γράφει για τον
Δαρείο, θέλοντας έτσι, έμμεσα, να λαμπρύνει
τον βασιλιά της χώρας, τον Μιθριδάτη,
φορτωμένο κιόλας με πολλές δόξες- μια
δόξα παραπάνω τώρα, να τονιστεί η καταγωγή
του από τον μεγάλο Δαρείο. Είναι, λοιπόν,
ο Φερνάζης ένας απλός κόλακας της
εξουσίας; Ας μη σπεύσουμε να βγάλουμε
ένα τόσο εύκολο συμπέρασμα, γιατί τότε
η κρίση μας θα έπρεπε να πέσει και στον
Πίνδαρο πάνω, όπως επίσης και σε πολλούς
άλλους σπουδαίους και φημισμένους
ποιητές της αρχαιότητας ή και των
νεότερων χρόνων. Ας πούμε καλύτερα πως
ο Φερνάζης είναι ένας επαγγελματίας
ποιητής, κι όχι ένας «ανιδιοτελής»
τεχνίτης, παραδομένος μόνο στις επιταγές
της Μούσας του. Επιτέλους, έπος γράφει
ο άνθρωπος- και είναι γνωστό ότι τα έπη,
από τα ομηρικά ακόμη χρόνια, ακούγονται
σε βασιλικές αυλές. Ότι ο Φερνάζης δεν
είναι ένας φτηνός κόλακας, το δείχνει
και η δυσκολία που τον σταματά: αναρωτιέται
για τα αισθήματα του Δαρείου, την ώρα
που ο Πέρσης μονάρχης παίρνει την εξουσία
στα χέρια του· για να ορίσει, λοιπόν, ο
Φερνάζης τα ακραία όρια της ψυχολογίας
του Δαρείου, ταλαντεύει τον ήρωά του
ανάμεσα στην υπεροψία και τη μέθη και
στην κατανόηση της ματαιότητας των
μεγαλείων. Αν πούμε πως το δεύτερο όριο
είναι ένας έπαινος για τον Μιθριδάτη,
το πρώτο όμως (η υπεροψία και η μέθη -
μια μορφή αρχαιοελληνικής ύβρεως) θα
κολάκευε τον βασιλιά του Πόντου; Ο
Φερνάζης φιλοσοφεί, δεν ρητορεύει.
Ξαφνικά όμως πέφτει στη μέση μια είδηση
βαρυσήμαντη: ο πόλεμος. Η προσεκτική
διατύπωση του Καβάφη στο σημείο αυτό
(άρχισε ο πόλεμος με τους Ρωμαίους)
δείχνει πως η καταιγίδα δεν ξεσπά τόσο
απροσδόκητα- υπηρχαν κιόλας σύννεφα
στον ουρανό που την προμηνούσαν. Ο
Φερνάζης όμως μένει εμβρόντητος, δεν
το περίμενε τώρα το κακό- πίστευε πως
είχε τον καιρό μαζί του. Έτσι η συμφορά
προκαλεί στην αρχή αποκλειστικά και
μόνο τα αντανακλαστικά του ως ποιητή:
πού τώρα να βρει την όρεξη ο Μιθριδάτης,
για να προσέξει το έπος του Φερνάζη, και
μάλιστα ελληνικά γραμμένο - «μέσα σε
πόλεμο - φαντάσου, ελληνικά ποιήματα».
Ο ειρωνικός τόνος, που δεν έλειπε ολότελα
και στην αρχή του ποιήματος (η φιλοσοφικη
εμβρίθεια του Φερνάζη και η βαθιά του
περίσκεψη ηχούσαν και εκεί κάπως
διφορούμενα), τώρα ακούγεται καθαρότερα.
Ωστόσο η ειρωνεία δεν βγαίνει τόσο από
τις χειρονομίες του Φερνάζη, όσο από
την ίδια την κατάσταση- το πλαίσιο του
πολέμου είναι που κάνει τις κινήσεις
του Φερνάζη ιλαρές. Το πρόβλημα είναι
σε τελευταία ανάλυση θέμα προσαρμογής
σε μια αδόκητη και δυσάρεστη πραγματικότητα.
Ποιος την πετυχαίνει εύκολα και αμέσως;
Τα αντανακλαστικά, λοιπόν, του Φερνάζη
λειτουργούν φυσικά και αυτόματα: η
ατομική έγνοια σκεπάζει στην αρχή την
ομαδική συμφορά. Ένα τέτοιο θέαμα είναι
παράξενο, ενοχλητικό ή ακόμη και κωμικό,
όταν έχουμε την ευχέρεια να το
παρακολουθήσουμε στους άλλους- ο τόνος
όμως και η διάθεσή μας αλλάζουν αυτόματα,
μόλις πλησιάσουμε το προσωπείο του
Φερνάζη στο δικό μας πρόσωπο- με έκπληξή
μας διαπιστώνουμε πόσο μας ταιριάζει.
Δεν ξεπερνά εύκολα τον ατομικό του κλοιό
ο ποιητής Φερνάζης. Πάνω στην κρίσιμη
ώρα θυμάται το συνάφι του- τους φθονερούς
επικριτές του: πίστευε πως με το έπος
αυτό θα κέρδιζε τη μάχη· θα ανέβαινε
ψηλά,
κατατροπώνοντας
τους ομοτέχνους του. Ο πόλεμος ματαιώνει,
ή μάλλον αναβάλλει (άλλη μια λεπτομέρεια
εκπληκτική, που δείχνει την ψυχολογική
διείσδυση του Καβάφη μέσα στα ποιητικά
του πρόσωπα) αυτό το τόσο καλά
προγραμματισμένο σχέδιο. Η φιλοδοξία
του Φερνάζη εδώ κινδυνεύει να φανεί
επαγγελματική μωροφιλοδοξία. Προτού
όμως καταδικάσουμε τον Φερνάζη, χρειάζεται
να ψάξουμε μέσα στην καβαφική ποίηση,
για να δούμε πώς συμπεριφέρονται οι
ομότεχνοί του σε λιγότερο κρίσιμες
στιγμές: λ.χ. ο Δάμων στη «Συνοδεία του
Διονύσου», ο Τυανεύς Γλύπτης, ή ο χαράκτης
στο «Φιλέλλην», ή ο άγνωστος Εδεσσηνός
στο «Ούτος Εκείνος». Εκείνο που μας
χρειάζεται στην προκειμένη περίπτωση
δεν είναι ένα ιδεατό μέτρο - και ποιος
ποιητής, νεκρός ή ζωντανός, θα το
αντιπροσώπευε απόλυτα; - αλλά ένα μέτρο
ρεαλισμού. Μετρημένος έτσι ο Φερνάζης,
δεν είναι τόσο μωροφιλόδοξος ή αφελής.
Εξάλλου ας μη ξεχνάμε ότι μέσα στους
στίχους αυτούς, όπως και παρακάτω, δεν
μιλά απευθείας ο Φερνάζης - αλλιώς, θα
ήξερε να εκφραστεί κομψότερα- τις σκέψεις
και τα λόγια του τα αρπάζει ένας υποβολέας
και μας τα μεταδίνει, δίχως κανένα
πρόσχημα. Με αυτή όμως την απροσχημάτιστη
χειρονομία του υποβολέα, ο Φερνάζης
απογυμνώνεται, και μορφάζει αμήχανα ή
διασκεδαστικά - για μας φυσικά, τους
ανίδεους θα έλεγε ο Καβάφης. Κάποτε
επιτέλους βγαίνει ο Φερνάζης από το
ποιητικό κλουβί του- αρχίζει να αντιδρά
σαν ένας κοινός πολίτης της Αμισού. Τώρα
μπαίνει σε λειτουργία το ένστικτο της
αυτοσυντήρησης, εκφρασμένο με μια γλώσσα
ομαδική: ο Φερνάζης υποδύεται το ρόλο
του πολίτη με μια φρασεολογία, που δεν
της λείπει η επιτήδευση- εκείνα τα
«εκτάκτως οχυρή» και το «είναι φρικτότατοι
εχθροί οι Ρωμαίοι» προδίνουν μια
λογιότητα ξεφτισμένη σε πολιτική
ρητορεία. Δεν φταίει ο Φερνάζης- ως
ποιητής ήξερε να μιλήσει καλύτερα. Ας
όψεται ο καταραμένος πόλεμος και οι
Ρωμαίοι λεγεωνάριοι. Αλλά ο Φερνάζης
δεν χάνει ολότελα τον οίστρο του τον
ποιητικό μέσα στην πολεμική παραζάλη.
Το μυαλό του δουλεύει διπλά- μια με τα
αντανακλαστικά του κοινού ανθρώπου,
μια με τα αντανακλαστικά του ποιητή. Το
περίεργο είναι πως τα πρώτα βοηθούν
τώρα τα δεύτερα, και η δυστοκία της αρχής
καταλήγει σε τοκετό: «υπεροψίαν και
μέθην θα είχεν ο Δαρείος». Ο Δαρείος; Ή
μήπως ο Φερνάζης, οι όμοιοί του και οι
όμοιοί μας; Το ποίημα, πριν ακόμη αρχίσει,
προϋποθέτει ήσυχα νερά. Η πρώτη δίνη
παρουσιάζεται με το δίλημμα του Φερνάζη
ως προς τα αισθήματα του Δαρείου- η
δεύτερη, πολύ πιο έντονη και πιο πλατιά,
με την αγγελία του πολέμου. Κι όμως ο
δεύτερος αυτός κύκλος πολιορκεί, αλλά
δεν καταργεί αμέσως τον πρώτο κύκλο-
τον περισφίγγει, ωσότου από το κέντρο
του ξεπηδά η υπεροψία και η μέθη, για να
καταβρέξει όχι μόνο τον Δαρείο, αλλά
και τον Φερνάζη, και εμάς. Γιατί ποια
άλλη αιτία λύνει το δίλημμα του Φερνάζη
προς τη μεριά της υπεροψίας και της
μέθης, αν όχι η πολεμική ατμόσφαιρα που
μεσολάβησε; Έτσι η υπεροψία περνά από
τον Δαρείο στον Μιθριδάτη, ρίχνει τη
σκιά της στους Ρωμαίους λεγεωνάριους,
και στο τέλος σκεπάζει και τον ίδιο τον
Φερνάζη. Η ανικανότητα του Φερνάζη για
μια πιο ενεργητική συμμετοχή στο ιστορικό
γεγονός, αιτιολογημένη από την εγωκεντρική
ψυχολογία του ανθρώπου γενικότερα και
του ποιητή ειδικότερα, βρίσκει το
ποιητικό της όνομα στην έξοδο του
ποιήματος με τις λέξεις «υπεροψία και
μέθη». Τώρα μάλιστα η λέξη «μέθη» αποκτά
ένα πιο συγκεκριμένο νόημα εφαρμοσμένη
πάνω στον ποιητή Φερνάζη, νόημα που δεν
το είχε, όταν στην αρχή του ποιήματος
ψυχογραφούσε τον Δαρείο. Ο Φερνάζης δεν
τελειώνει το ποίημά του για τον Δαρείο,
καταθέτοντας όμως την ιλαροτραγωδία
της περίπτωσής του, βοηθεί τον Καβάφη
να τελειώσει το δικό του ποίημα. Οι
ποιητές το ξέρουν: οι άνθρωποι εξαπατώνται,
όχι όμως τα ποιήματα. Για να τελειώσει
ένα ποίημα απαιτεί από τον ποιητή του
απόλυτη ειλικρίνεια- αλλιώς δεν βγαίνει
σωστό, ή αν βγει, μορφάζει και διαμαρτύρεται
για τις ατέλειές του. Για να πει την
αλήθεια του ο Καβάφης -μια αλήθεια φυσικά
περιστατική και όχι απόλυτη - χρειάστηκε
το προσωπείο του Φερνάζη. Ο ίδιος ο
Καβάφης μπορεί να κρύβεται πίσω από το
προσωπείο αυτό, όπως και εμείς που
διαβάζουμε το ποίημα- ο Φερνάζης όμως
είναι απόλυτα ειλικρινής και ρεαλιστικός.
Ή μήπως σε τελευταία ανάλυση πρόκειται
για το ίδιο πρόσωπο, αφού ο Φερνάζης
είναι μορφή φανταστική; Δεν θέλω φυσικά
να πω ότι ο Καβάφης ταυτίζεται με τον
Φερνάζη- είναι όμως κι οι δυο τους ποιητές
κι έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό μεταξύ
τους: δεν μπορούν να κάνουν ποίηση δίχως
να πουν την αλήθεια, όσο πικρή κι αν
είναι- αυτή είναι η υπεροψία τους, η πιο
αβλαβής μορφή υπεροψίας που ξέρω. (Δημ.
Μαρωνίτης, «Υπεροψία και μέθη», (Ο ποιητής
και η ιστορία), Δεκαοχτώ Κείμενα, Κέδρος
1971, σ. 135-154). 4. Είναι φανερό ότι η στάση
του Καβάφη απέναντι στο ποιητικό του
είδωλο είναι ειρωνική: Ο - οπορτουνιστής
- ποιητής Φερνάζης αποφασίζει να δώσει
στο έργο του «γραμμή» ευδιάκριτα
αντιμιθριδατική (η «υπεροψία» και η
«μέθη» του προγόνου του Μιθριδάτη
Δαρείου αποτελούσαν βέβαια κάθε άλλο
παρά εγκώμιο για τον απόγονό του), απ'
τη στιγμή που διαβλέπει ότι η είσοδος
των ρωμαίων, των μελλοντικών αφεντικών
του, στην Αμισό είναι αναπόφευκτη - ο
Φερνάζης έχει ήδη περάσει, ψυχολογικά
και διανοητικά, στο στρατόπεδό τους.
Ωστόσο, μια μερική αλλά βασική όψη του
προβλήματος (που ο Καβάφης το αποδίδει
σ' όλη του την πρισματικότητα) κρύβεται
στο στίχο που αποτελεί και τον τίτλο
αυτού του σημειώματος: «Μέσα σε πόλεμο
- φαντάσου, ελληνικά ποιήματα». Είναι
ένας ενδοιασμός που βασανίζει προσωρινά
τη σκέψη του Φερνάζη (για να τον
υπερνικήσει, όπως δείξαμε, με τρόπο
οπορτουνιστικό) και που εκφράζει
ταυτόχρονα ένα θεμελιακό προβληματισμό
του ίδιου του Καβάφη: τη σχέση της τέχνης
με τις επιταγές της ιστορικής
πραγματικότητας, συμπυκνωμένης στην
πιο κρίσιμη στιγμή της: τη «στιγμή» του
πολέμου. Θα μπορούσαμε να τεκμηριώσουμε
τον προβληματισμό αυτό του Καβάφη
υποδεικνύοντας τις πιο διαφορετικές
του εκφράσεις σ' ένα μεγάλο μέρος του
έργου του· θα περιοριστούμε εντούτοις
εδώ στην τεκμηρίωση της ψυχολογικής
ταύτισης του ποιητή Καβάφη με το ποιητικό
του είδωλο, τον ποιητή Φερνάζη -ταύτιση
που υποστηρίζει την κοινότητα του
προβληματισμού τους: Η φωνητική ομοιότητα
του ονόματός του - φανταστικού - ποιητή
Φερνάζη με τ' όνομα του - πραγματικού -
γιου του Μιθριδάτη Φαρνάκη έχει ήδη
επισημανθεί· στην πραγματικότητα
πρόκειται για δυο φωνητικές παραλλαγές
του ίδιου ονόματος. Επιπλέον, η προδοσία
του ποιητή Φερνάζη απέναντι στον κύριό
του αντιστοιχεί στην προδοσία του γιου
Φαρνάκη απέναντι στον πατέρα του.[…].
(Γιώργος Βελουδής, «Μέσα σε πόλεμο -
φαντάσου ελληνικά ποιήματα» (Η κρίση
της καλλιτεχνικής συνείδησης), Προτάσεις
(δεκαπέντε γραμματολογικές δοκιμές),
Κέδρος, 1981, σ. 155-161).
ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ
ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ: ΗΜΕΡ 2005
Α.
«[…] “Ἐγώ εἶμαι”, ἔλεγε στά τελευταῖα
τῆς ζωῆς του ὁ Καβάφης, “ποιητής
ἱστορικός· ποτέ μου δέν θά μποροῦσα
νά γράψω μυθιστόρημα ἤ θέατρον· ἀλλά
αἰσθάνομαι μέσα μου 125 φωνές νά μέ λέγουν
ὅτι θά μποροῦσα νά γράψω ἱστορίαν”.
Τί λογῆς ἱστορία; Θά μᾶς τό δείξει ἡ
ἀνάγνωση τοῦ “Δαρείου”». [Δ. Ν. Μαρωνίτης,
«Υπεροψία και μέθη. (Ο ποιητής και η
Ιστορία)», Δεκαοχτώ κείμενα, Αθήνα:
Κέδρος 1970]. Να δώσετε πέντε παραδείγματα
από το κείμενο με τα οποία να δικαιολογείται
η πιο πάνω άποψη. Μονάδες 15
Β1.
Εξετάζοντας την ποιητική γραφή του Κ.
Π. Καβάφη στο ποίημα «Ὁ Δαρεῖος», να
εντοπίσετε τέσσερα χαρακτηριστικά
στοιχεία «καβαφικής ειρωνείας», δίνοντας
τα σχετικά παραδείγματα και σχολιάζοντάς
τα. Μονάδες 20
Β2.
«Στήν ποιητική τοῦ Καβάφη τίποτα δέν
εἶναι τυχαῖο· τά ποιήματά του τά
προσέχει καί τά λειτουργεῖ ὥς τήν
τελευταία λεπτομέρεια. Ἡ στίξη, οἱ
περίοδοι, οἱ παύσεις, ὅλα εἶναι
ὑπολογισμένα, ὅλα ὑπηρετοῦν τήν “τέχνη
τῆς ποιήσεως”». [Λίνου Πολίτη, Ιστορία
της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Αθήνα:
ΜΙΕΤ 1980]. Να εντοπίσετε στους στ. 21- 33 τα
στοιχεία που δικαιολογούν την παραπάνω
άποψη του Λ. Πολίτη και να σχολιάσετε
συνοπτικά τη λειτουργία τους. Μονάδες
20
Γ. Να
σχολιάσετε σε δύο παραγράφους (130-150
λέξεις) το περιεχόμενο των στ. 34-37 (Ὅμως
μές … θά εἶχεν ὁ Δαρεῖος). Μονάδες 25
Δ. Το
ακόλουθο κείμενο είναι ένα ποίημα για
την ποίηση· τι μας αποκαλύπτει σε αυτό
ο Άρης Δικταίος για το ρόλο της τέχνης
του; Μονάδες 20 Ἡ Ποίηση Μά ἐσύ, Ποίηση,
πού ἔντυνες μιά φορά τή γυμνή μέθη μας,
ὅταν κρυώναμε καί δέν ε ἴχαμε ροῦχο
νά ντυθοῦμε, ὅταν ὀνειρευόμαστε, γιατί
δέν ὑπῆρχε ἄλλη ζωή νά ζήσουμε, δέ θά
ὑπάρξουν πιά σύννεφα γιά νά ταξιδέψουμε
τή ρέμβη μας; δέ θά ὑπάρξουν πιά σώματα
γιά νά ταξιδέψουμε τόν ἔρωτά μας; Μά
ἐσύ, Ποίηση, πού δέ μπορεῖς νά κλειστεῖς
μέσα σέ σχήματα, μά ἐσύ, Ποίηση, πού δέ
μποροῦμε νά σ’ ἀγγίξουμε μέ τό λόγο,
ἐσύ, τό στερνό ἴχνος τῆς παρουσίας τοῦ
Θεοῦ ἀνάμεσά μας, σῶσε τήν τελευταία
ὥρα τούτη τοῦ ἀνθρώπου, τήν πιό στυγνή
καί τήν πιό ἀπεγνωσμένη, πού ὁ Θάνατος,
πού ἡ Μοναξιά, πού ἡ Σιωπή, τόν καρτεροῦν
σέ μιά στιγμή μελλούμενη. Άρης Δικταίος,
Ποιήματα 1935-1953, Αθήνα 1954.
ΠΗΓΕΣ:
α) το βιβλίο του καθηγητή, β) Αγάθη
Γεωργιάδου, Κ.Π.Καβάφης, Ο Δαρείος, 2ο
ΓΕΛ Περιστερίου, 5 Νοεμβρίου 2013, γ) Π.
Μοίρα, ΦΩΤΟΔΕΝΤΡΟ, δ) Δημ. Τζωρτζόπουλος,
Η διδασκαλία του Καβάφη στο Γυμνάσιο
και στο Λύκειο, ε) Αφιέρωμα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου