ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2012
ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ
Κωνσταντίνος Καβάφης: Μελαγχολία του Ιάσωνος Κλεάνδρου ποιητού εν Κομμαγηνή˙ 595 μ.Χ.
Το γήρασμα του σώματος και της μορφής μου
είναι πληγή από φρικτό μαχαίρι.
Δεν έχω εγκαρτέρησι καμιά.
Εις σε προστρέχω Τέχνη της Ποιήσεως,
που κάπως ξέρεις από φάρμακα˙
νάρκης του άλγους δοκιμές, εν Φαντασία και Λόγω.
Είναι πληγή από φρικτό μαχαίρι. —
Τα φάρμακά σου φέρε Τέχνη της Ποιήσεως,
που κάμνουνε—για λίγο—να μη νοιώθεται η πληγή.
(1921)
Ερωτήσεις:
Α1. Τρία από τα βασικά γνωρίσματα της ποίησης του Κ. Καβάφη είναι η πεζολογία, η ιδιότυπη γλώσσα και η χρήση συμβόλων. Για το κάθε ένα από τα παραπάνω γνωρίσματα να γράψετε ένα αντίστοιχο παράδειγμα από το ποίημα που σας δόθηκε.
Μονάδες 15
Β1. Στο ποίημα, σύμφωνα με τον Στέφανο Διαλησμά, «έχουμε ένα δυσανάλογα μεγάλο τίτλο (με προσεκτικά τοποθετημένη στίξη, ώστε να προβάλλει τα μέρη από τα οποία απαρτίζεται) που υποστηρίζει και συμπληρώνει ποικιλοτρόπως το ποίημα».
Να τεκμηριώσετε την παραπάνω άποψη αιτιολογώντας τη συγκεκριμένη επιλογή του τίτλου από τον ποιητή.
Μονάδες 20
Β2. Να επισημάνετε στο ποίημα τέσσερα διαφορετικά εκφραστικά μέσα (μονάδες 8) και να ερμηνεύσετε τη λειτουργία τους (μονάδες 12).
Μονάδες 20
Γ1.
Να σχολιάσετε τους παρακάτω στίχους σε ένα κείμενο 100-120 λέξεων:
Εις σε προστρέχω Τέχνη της Ποιήσεως,
που κάπως ξέρεις από φάρμακα˙
νάρκης του άλγους δοκιμές, εν Φαντασία και Λόγω.
Μονάδες 25
Δ1. Να συγκρίνετε ως προς το περιεχόμενο το ποίημα του Κ. Καβάφη Μελαγχολία του Ιάσωνος Κλεάνδρου ποιητού εν Κομμαγηνή˙ 595 μ.Χ., με το παρακάτω ποίημα του Τ. Λειβαδίτη Αυτοβιογραφία, εντοπίζοντας (μονάδες 5) και σχολιάζοντας (μονάδες 15) τρεις ομοιότητες και δύο διαφορές μεταξύ των δύο ποιημάτων.
Μονάδες 20
Τάσος Λειβαδίτης
Αυτοβιογραφία
Άνθρωποι που δε γνώρισα ποτέ μού δώσαν το αίμα μου και τ’ όνομά μου
στην ηλικία μου χιονίζει, χιονίζει αδιάκοπα
μια κίνηση πάντα σα νά’ θελα να προφυλαχτώ από’ να χτύπημα
δίψασα για όλη τη ζωή, κι όμως την άφησα
για ν’ αρπαχτώ απ’ τα πελώρια αγκάθια της αιωνιότητας,
η σάρκα μου ένας επίδεσμος γύρω απ’ το αυριανό μου τίποτα
κανείς δεν μπορεί να με βοηθήσει στον πόνο μου
εκτός απ’ τον ίδιο μου τον πόνο –είμαι εδώ, ανάμεσά σας, κι ολομόναχος,
κ’ η ποίηση σα μια μεγάλη αλήθεια που την ανακαλύπτεις ύστερ’ από χρόνια,
όταν δεν μπορεί να σου χρησιμέψει πια σε τίποτα.
Επάγγελμά μου: το ακατόρθωτο.
Τάσος Λειβαδίτης, Ποίηση, τ. 1, Αθήνα (Εκδόσεις Κέδρος, 2003, σ. 429.)
Απαντήσεις:
Α1.
Η πεζολογική έκφραση αποτελεί βασικό γνώρισμα της ποίησης του Καβάφη, καθώς η συγκίνηση στο έργο του προκύπτει μέσα από τα εκφραζόμενα νοήματα και όχι από έναν υπερβάλλοντα λυρισμό.
Παράδειγμα πεζολογίας αποτελούν οι σύντομες κύριες προτάσεις του ποιήματος, που δεν περιέχουν επίθετα ή περίτεχνα σχήματα λόγου, όπως: «Δεν έχω εγκαρτέρηση καμιά».
Η ιδιότυπη γλώσσα του Καβάφη έγκειται στο συνδυασμό καθαρεύουσας και δημοτικής, με την παράλληλη χρήση πολίτικων ιδιωματισμών. Ένα παράδειγμα της ιδιότυπης γλώσσας του ποιητή είναι ο στίχος: «νάρκης του άλγους δοκιμές, εν Φαντασία και Λόγω», όπου ο ποιητής χρησιμοποιεί καθαρεύουσα.
Τα σύμβολα στην ποίηση του Καβάφη αποτελούν ένα βασικό στοιχείο υπαινικτικής, αλλά και συμπυκνωμένης διατύπωσης, καθώς σε μια λέξη-σύμβολο μπορούν να συμπεριληφθούν πολλές έννοιες. Στο συγκεκριμένο ποίημα το «φρικτό μαχαίρι» συμβολίζει τη φθορά που προκαλεί το πέρασμα του χρόνου, ενώ η έννοια του χρόνου υπονοείται, χωρίς να αναφέρεται.
Β1.
Ο ποιητής θέλοντας να αποστασιοποιηθεί από την έκφραση μιας τόσο έντονης ανησυχίας για το γήρασμα της μορφής του, χρησιμοποιεί το προσωπείο του Ιάσονα Κλεάνδρου, ώστε οι σκέψεις αυτές της ανησυχίας και του πόνου να αποδοθούν στον Ιάσονα και να μη συνδεθούν με τον ίδιο. Ο Καβάφης χρησιμοποιεί παράλληλα τον εκτενή αυτό τίτλο για να μεταθέσει χρονικά τη μελαγχολική αυτή κατάσταση στο απώτατο παρελθόν και να δώσει στις σκέψεις του διαχρονικότητά αλλά και καθολικότητα. Την ίδια ανησυχία που έχει ο Καβάφης για τα γηρατειά και τη φθορά που επιφέρουν, θα μπορούσε να την έχει οποιοσδήποτε άλλος άνθρωπος σε οποιαδήποτε άλλη χρονική στιγμή, αλλά και σε οποιοδήποτε άλλο μέρος του κόσμου. Έτσι, η μελαγχολία του Καβάφη αποδίδεται στον Ιάσονα Κλεάνδρου, ένα ανύπαρκτο πρόσωπο που δημιουργείται από τον ποιητή, ο οποίος υποτίθεται ότι έζησε στην Κομμαγηνή, ένα κρατίδιο βορειανατολικά της Συρίας που ήταν τμήμα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μέχρι το 638 μ.Χ., και καταγράφει αυτές του τις σκέψεις το 595 μ.Χ., χρονολογία που δεν έχει σημαδευτεί από κάποιο σημαντικό γεγονός για το μικρό αυτό κρατίδιο και την οποία ο ποιητής επέλεξε τυχαία, μόνο και μόνο για να τοποθετήσει χρονικά το ποίημά του στο παρελθόν.
Στον τίτλο του ποιήματος, επομένως, ο Καβάφης μας παρουσιάζει το κυρίαρχο συναίσθημα «Μελαγχολία», το πρόσωπο στο οποίο αποδίδεται αυτό το συναίσθημα «ο Ιάσων Κλεάνδρου», την ιδιότητα του προσώπου «ποιητού», τον τόπο στον οποίο ζει το πρόσωπο αυτό «Κομμαγηνή» και το χρόνο κατά τον οποίο εκτυλίσσεται αυτή η προσωπική εκμυστήρευση «595 μ.Χ». Δημιουργεί έτσι, με τον εκτεταμένο αυτό τίτλο, το ιδανικό άλλοθι.
Ο τίτλος του ποιήματος έχει συνάμα ιδιαίτερη σημασία καθώς είναι το μόνο μέρος του ποιήματος στο οποίο ο ποιητής μας δίνει τοπικά και χρονικά στοιχεία, οπότε αν το ποίημα διαβαστεί χωρίς αυτόν τον τίτλο ή με τον αρχικό του τίτλο «Μαχαίρι», τότε δεν υπάρχει τίποτε που να εμποδίζει τον αναγνώστη να συνδέσει τις απόψεις αυτές με τον ίδιο τον Καβάφη. Επομένως, οι λεπτομέρειες που δίνονται στον τίτλο είναι σημαντικές για να μπορέσει ο ποιητής να αποστασιοποιηθεί από τις μελαγχολικές αυτές σκέψεις που διατυπώνει στους στίχους του. Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι ενώ σήμερα οι αφηγηματολόγοι επιμένουν να μην ταυτίζουμε τον αφηγητή ή το ποιητικό υποκείμενο με τον συγγραφέα ή ποιητή, την εποχή που ο Καβάφης συνέθετε τα ποιήματά του δεν είχε διατυπωθεί αυτή η σκέψη και οι τότε κριτικοί και αναγνώστες επιχειρούσαν τις ερμηνείες των ποιημάτων αποδίδοντας κάθε σκέψη στον ίδιο τον ποιητή. Επομένως, ο Καβάφης για να μπορέσει να διασφαλίσει την ανεξαρτησία του από το περιεχόμενο των ποιημάτων του έπρεπε να υιοθετεί διάφορες περσόνες και να τοποθετεί τα ποιήματά του στο μακρινό παρελθόν.
Η αλήθεια είναι βέβαια ότι ο Καβάφης είχε μια ιδιαίτερη ευαισθησία απέναντι στα γηρατειά και το πέρασμα του χρόνου, αλλά δεν παύουν οι σκέψεις του να εκφράζουν τις διαθέσεις και τις ανησυχίες πολλών ανθρώπων κι αυτό είναι που επιχειρεί να τονίσει ο ποιητής με τη μετάθεση των σκέψεών του χρονικά και τοπικά καθώς και με την έκφρασή τους μέσω ενός άλλου προσώπου, έστω και φανταστικού.
Β2.
«είναι πληγή από φρικτό μαχαίρι»: Στο στίχο αυτό έχουμε το σχήμα της υπαλλαγής καθώς και δύο μεταφορές. Το σχήμα της υπαλλαγής εντοπίζεται στο γεγονός ότι το επίθετο “φρικτός” που θα έπρεπε να προσδιορίζει ως επιθετικός προσδιορισμός τη λέξη πληγή, και να εκφράζει ορθότερα το νόημα, ότι είναι δηλαδή μια “φρικτή πληγή”, έχει ακολουθήσει ως προς το γένος, τον αριθμό και την πτώση το ουσιαστικό μαχαίρι και έχει γίνει δικός του επιθετικός προσδιορισμός “φρικτό μαχαίρι”. Με το σχήμα αυτό ο ποιητής μετατοπίζει την προσοχή του αναγνώστη στη λέξη μαχαίρι ώστε να γίνει περισσότερο αντιληπτός ο πόνος που αισθάνεται ως φρικτή μαχαιριά.
Οι μεταφορές που υπάρχουν στον στίχο αυτό εντοπίζονται στις λέξεις πληγή και μαχαίρι, καθώς ο ποιητής τις χρησιμοποιεί εδώ μεταφορικά για να εκφράσει τον ψυχικό που αισθάνεται πιο παραστατικά παρομοιάζοντάς τον με το σωματικό πόνο που θα του προκαλούσε μια μαχαιριά.
«εις σε προστρέχω Τέχνη της Ποιήσεως... εν Φαντασία και Λόγω»: Ο ποιητής για να εκφράσει με έμφαση την εμπιστοσύνη που έχει στην ποιητική τέχνη και στα μέσα που εκείνη χρησιμοποιεί για τη δημιουργία της, προσωποποιεί τις έννοιες αυτές και γι’ αυτό τις γράφει με κεφαλαία γράμματα σα να πρόκειται για κύρια ονόματα. Επομένως, η Τέχνη της Ποίησης, η Φαντασία και ο Λόγος, μέσω της προσωποποίησης αποκτούν υπόσταση δρώντων προσώπων και άρα η παρουσίασή τους γίνεται σαφώς πιο αισθητή.
«νάρκης του άλγους δοκιμές» (δοκιμές νάρκης του άλγους = απόπειρες να κατευνασθεί ο πόνος): Στο στίχο αυτό εντοπίζουμε ένα σχήμα υπερβατό καθώς και το σχήμα της αναστροφής. Η αναστροφή γίνεται άμεσα εμφανής καθώς είναι σαφές ότι ο ποιητής έχει αλλάξει τη φυσική σειρά των λέξεων, ώστε να τοποθετήσει πρώτη τη λέξη “νάρκη” και να δώσει έτσι έμφαση στην έννοια του κατευνασμού και της απάλυνσης του πόνου που θα επιχειρηθεί μέσω της ποιήσεως.
Γ1.
Ο Καβάφης θεωρούσε πάντοτε την ποίηση ως τη σημαντικότερη πτυχή της ζωής του, γι’ αυτό και τώρα που υποφέρει προστρέχει στην τέχνη του. Ο ποιητής, βέβαια, γνωρίζει πως η βοήθεια που μπορεί να του προσφέρει η ποίηση έχει εύλογους περιορισμούς, μιας και τίποτε δεν μπορεί να αναστρέψει ή να θεραπεύσει την επώδυνη διαδικασία της γήρανσης. Εντούτοις, γνωρίζει πως περιερχόμενος στην πνευματική κατάσταση της δημιουργίας, τα «φάρμακα» της ποίησης, η φαντασία και ο λόγος, θα τον κάνουν έστω και για λίγο να ξεχάσει τον πόνο του. Εφόσον για να συλλάβει την ποιητική του ιδέα θα πρέπει να μπει σ’ έναν δημιουργικό κόσμο με τη βοήθεια της φαντασίας του και κατόπιν θα πρέπει να επιλέξει τις σωστές λέξεις για να μπορέσει να αποτυπώσει όσο γίνεται καλύτερα τις σκέψεις του, θα βρει μια πρόσκαιρη παραμυθία.
Δ1.
Ο Τάσος Λειβαδίτης πραγματεύεται, όπως και ο Καβάφης, το πέρασμα του χρόνου, αλλά και την αφοσίωση στην ποιητική τέχνη. Ο Λειβαδίτης, όμως, αντικρίζει το χρόνο ως φορέα ζωής και συνειδητοποιεί πως στην προσπάθειά του να κερδίσει κάτι το διαχρονικό, έχασε την ευκαιρία να ζήσει πραγματικά τη ζωή του. Έτσι, έχοντας πια φτάσει σε προχωρημένη ηλικία και κάνοντας τον απολογισμό του συνειδητοποιεί πως άφησε το χρόνο να περάσει, χωρίς να απολαύσει τη χαρά της ζωής.
Σε ό,τι αφορά δε την ποίηση, παρά την αναμφισβήτητη αξία της, δεν μπορεί πια να τον βοηθήσει σε τίποτε, μιας και δεν μπορεί να γυρίσει το χρόνο πίσω και να του δώσει μια δεύτερη ευκαιρία να ζήσει καλύτερα τη ζωή του.
Ομοιότητες:
α) Μια πρώτη ομοιότητα μεταξύ των δύο ποιημάτων είναι η αναφορά στην ηλικία του ποιητικού υποκειμένου.
Στο ποίημα του Λειβαδίτη η συσχέτιση της ηλικίας με τη μεταφορά «χιονίζει αδιάκοπα» προδίδει πως ο ποιητής βρίσκεται πια σε προχωρημένη ηλικία, ενώ και στο ποίημα του Καβάφη, η αναφορά στο «γήρασμα της μορφής» υποδεικνύει πως το ποιητικό υποκείμενο έχει αρχίσει πια να γερνάει.
Πρόκειται, επομένως, για δύο ποιητές σε μεγάλη πια ηλικία που αντικρίζουν το πέρασμα του χρόνου.
β) Και στα δύο ποιήματα γίνεται αναφορά στον πόνο που αισθάνονται τα ποιητικά υποκείμενα. Ο Λειβαδίτης σχολιάζει πως «κανείς δεν μπορεί να με βοηθήσει στον πόνο μου», τονίζοντας έτσι πως η συνειδητοποίηση ότι άφησε τη ζωή του να περάσει χωρίς να γευτεί κάθε χαρά της, του προκαλεί έναν ασίγαστο πόνο.
Στο ποίημα του Καβάφη, επίσης, γίνεται σαφές πως το ποιητικό υποκείμενο υποφέρει, στοιχείο που γίνεται αντιληπτό τόσο στον τίτλο με την αναφορά στη μελαγχολία, όσο και με την επανάληψη του στίχου «είναι πληγή από φρικτό μαχαίρι».
Τόσο ο Λειβαδίτης, όσο και ο Καβάφης, βιώνουν το πέρασμα του χρόνου ως πηγή έντονου ψυχικού πόνου.
γ) Σημαντική ομοιότητα ανάμεσα στα δύο ποιήματα είναι φυσικά και η αναφορά στην ποίηση, καθώς μπροστά στο μεγάλο πόνο και οι δύο ποιητές αναλογίζονται το ρόλο της ποίησης στη ζωή τους. Όπως ο Καβάφης, που υπήρξε πάντοτε συνεπής και αφοσιωμένος θεράποντας της ποιητικής τέχνης, γι’ αυτό και στο ποίημά του την προσφωνεί «Τέχνη της Ποιήσεως» και στρέφεται σ’ αυτή για βοήθεια, έτσι και ο Λειβαδίτης υπηρέτησε την ποίηση και βρήκε σ’ αυτή μεγάλες και σημαντικές αλήθειες.
Οι δύο ποιητές βέβαια, αν και αναγνωρίζουν την αξία της ποίησης, δεν έχουν αυταπάτες για το πόσο μπορεί να τους βοηθήσει. Εντούτοις, ενώ ο Λειβαδίτης δηλώνει κατηγορηματικά πως η ποίηση δεν μπορεί να του χρησιμέψει σε τίποτε, ο Καβάφης θεωρεί πως η ποίηση μπορεί να του προσφέρει μια πρόσκαιρη παραμυθία, γεγονός που διαφοροποιεί τους δύο ποιητές.
Διαφορές:
α) Μια σημαντική διαφορά ανάμεσα στα δύο ποιήματα είναι ο τίτλος τους. Ενώ ο Λειβαδίτης δίνει στο ποίημά του τον τίτλο «Αυτοβιογραφία» τονίζοντας πως όσα ακολουθούν αποτελούν έναν απολογισμό της ζωής του, ο Καβάφης χρησιμοποιεί έναν εκτενέστατο τίτλο για να αποστασιοποιηθεί από όσα θα καταγράψει, έστω κι αν αποτελούν μια πολύ προσωπική του εξομολόγηση.
β) Μια διαφορά επίσης εντοπίζουμε στο πώς αντικρίζουν οι δύο ποιητές το σώμα και τη μορφή τους. Έτσι, ενώ ο Καβάφης υποφέρει βλέποντας το γήρασμα του σώματός του, καθώς θεωρεί πως η φθορά που αντικρίζει σε αυτό είναι ένα αβάσταχτο πλήγμα, ο Λειβαδίτης βλέπει πέρα από την επιφανειακή φθορά και φτάνει στην ουσία του προβλήματός του, που δεν είναι άλλη βέβαια από το γεγονός ότι ο θάνατος βρίσκεται πια πολύ κοντά.
Όπως χαρακτηριστικά σχολιάζει ο Λειβαδίτης «η σάρκα μου ένας επίδεσμος γύρω απ’ το αυριανό μου τίποτα» Η σάρκα του, -ενδεικτική η αδιαφορία του ποιητή για την εικόνα του σώματος και της μορφής, με τη χρήση αυτής της λέξης που δείχνει περιφρόνηση- δεν είναι τίποτε άλλο πέρα από έναν επίδεσμο που τυλίγει το γεγονός ότι δεν υπάρχει πια αύριο, δεν υπάρχουν πια προοπτικές και ελπίδες για να ζήσει όσα μέχρι τώρα δεν έζησε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου